WARLORD – RISING OUT OF THE ASHES (2002): ΜΙΑ ΧΑΜΕΝΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ

 

Μετά την κυκλοφορία του πρώτου και υπερ-κλασικού τους άλμπουμ And the Cannons of Destruction have begun… το 1984, οι θεοί και θρύλοι του επικολυρικού metal, Warlord, αναγκάστηκαν να διαλυθούν, καθώς δεν μπορούσαν να διατηρήσουν κάποια σταθερή σύνθεση και κυρίως, επειδή δυσκολεύονταν να βρουν κάποιον τραγουδιστή που θα μπορούσε να δεσμευτεί σοβαρά με την μπάντα.
    Τα δυο βασικά τους μέλη, ο κιθαρίστας William (Bill) Tsamis και ο ντράμερ Mark Zonder, ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους: Ο Tsamis μετακόμισε από την Καλιφόρνια (που ήταν ο τόπος ίδρυσης των Warlord) στην Φλόριντα, άρχισε να έχει θρησκευτικές αναζητήσεις και στη συνέχεια έγινε καθηγητής Θεολογίας/Φιλοσοφίας διδάσκοντας στο πανεπιστήμιο. Ο Zonder από την άλλη, ανέλαβε το 1989 χρέη ντράμερ στους progressive θεούς Fates Warning και έμεινε μαζί τους για περίπου 15 χρόνια.
    Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά τη διάλυσή τους, οι Warlord απέκτησαν τεράστιο cult status, κυρίως στην Ευρώπη, και έναν αφοσιωμένο πυρήνα φανατικών οπαδών οι οποίοι «βασανίζονταν» από το ερώτημα «τι θα γινόταν αν δεν διαλύονταν οι Warlord» και εύχονταν πάντα την δισκογραφική τους επιστροφή. Το κοντινότερο σε «επιστροφή» ήταν οι Lordian Guard, ένα μουσικό project του Tsamis, θεολογικής κυρίως θεματολογίας, με τραγουδίστρια τη γυναίκα του (Vidonne Sayre Riemenschneider) και με το οποίο κυκλοφόρησε δυο άλμπουμ, τα Lordian Guard (1995) και Sinners in the Hands of an Angry God (1997).

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΟ ΑΛΜΠΟΥΜ

Η κανονική τους όμως επιστροφή έγινε το 2002 και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους σουηδούς Hammerfall και στο ντεμπούτο τους Glory to the Brave (1997). To συγκεκριμένο άλμπουμ, πέρα απ’ το ότι έδωσε νέα δυναμική στο ευρωπαϊκό power metal, περιλαμβάνει και μια εκπληκτική διασκευή στο Child of the Damned των Warlord, μέσω της οποίας νεώτεροι metal οπαδοί μπήκαν στη διαδικασία να αναζητήσουν πληροφορίες για τους τελευταίους, να ακούσουν τα τραγούδια τους και να οδηγήσουν με αυτό τον τρόπο σε μια αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την θρυλική μπάντα. Όλη αυτή η δυναμική μεγάλωσε την πίεση για επαναφορά των Warlord στην ενεργό δράση, κάτι που έγινε τελικά πραγματικότητα το 2002 με την κυκλοφορία, μετά από 18 χρόνια, του δεύτερου άλμπουμ τους με τίτλο Rising Out of the Ashes, γεμίζοντας με ενθουσιασμό τους οπαδούς τους.
Στο νέο άλμπουμ, την θέση του τραγουδιστή πήρε – δικαιωματικά - ο τραγουδιστής των Hammerfall, Joacim Cans, ίσως ο καλύτερος τραγουδιστής που είχε ποτέ η μπάντα, ενώ πέρα από τους Zonder και Tsamis, άλλο μέλος δεν μπήκε στο συγκρότημα, καθώς τα μέρη του μπάσου και των keyboards τα έπαιξε όλα ο τελευταίος.
Warlord 2002

Όσον αφορά το περιεχόμενο του δίσκου, το Rising Out of the Ashes κινείται εκ του ασφαλούς, αφού από τα 9 τραγούδια που περιλαμβάνει, τρία μόνο είναι καινούργια, ενώ τα υπόλοιπα είναι τραγούδια των Lordian Guard και ένα μια επανεκτέλεση του Lucifer’s Hammer από το πρώτο τους άλμπουμ. Αυτό είναι κατανοητό καθώς μετά από απουσία τόσων ετών η μπάντα δεν ήθελε να ρισκάρει βγάζοντας ένα δίσκο μόνο με καινούργια κομμάτια, ενώ ταυτόχρονα είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει και κάποιες συνθέσεις των Lordian Guard που δεν είχαν ευρεία κυκλοφορία προηγουμένως.

ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

Ας δούμε τώρα λίγο πιο αναλυτικά τα τραγούδια, ξεκινώντας από αυτά που προέρχονται από τους Lordian Guard και είναι τα Battle of the Living Dead, Invaders, Winds of Thor, War in Heaven και My Name is Man. Το πρώτο είναι από το δεύτερο άλμπουμ των LG, το δεύτερο είναι ακυκλοφόρητο που υπάρχει μόνο σε special έκδοση του δεύτερου άλμπουμ, και τα υπόλοιπα τρία από το πρώτο άλμπουμ.

Όλα τους είναι φανταστικά κομμάτια και οι «επιμεταλλωμένες» εκτελέσεις τους από τους Warlord απέχουν ποιοτικά παρασάγγας από τις αυθεντικές εκτελέσεις των Lordian Guard, οι οποίες είναι πιο ακουστικές, πιο άνευρες και χάνουν λόγω των μέτριων φωνητικών της γυναίκας του Tsamis. Με το ρετουσάρισμα που έχουν δεχθεί στο Rising Out from the Ashes , έχουν ανέβει επίπεδο και επιτέλους αναδεικνύεται το μεγαλείο τους και η επικολυρική τους διάσταση με τον τρόπο που πραγματικά τους αξίζει. Αυτό συμβαίνει, αφενός με την ανώτερη παραγωγή και αφετέρου με τα δυναμικά φωνητικά του Cans και το εξαιρετικό drumming του Zonder που μας κάνει να ξεχάσουμε το ενοχλητικό drum machine (κατά πάσα πιθανότητα) των πρώτων εκτελέσεων. Το επιστέγασμα βέβαια όλων είναι η κιθαριστική δουλειά του Tsamis που με τις ονειρικές, μελαγχολικές και λυρικές μελωδίες του αλλά και με τα μακροσκελή του σόλο βάζει στα τραγούδια την πραγματική, επική σφραγίδα των Warlord.
Από τα υπόλοιπα κομμάτια, το ένα είναι , όπως αναφέρθηκε πριν, το Lucifer’s Hammer, που δεν διαφέρει ιδιαίτερα από την αρχική του εκτέλεση και τα άλλα τρία  - Enemy Mind, Sons of a Dream, Achilles’ Revenge - είναι εντελώς καινούργια. Τα δυο πρώτα πλησιάζουν περισσότερο το ύφος των Lordian Guard, ενώ το Achilles’ Revenge είναι ένα καταπληκτικό επικό κομμάτι, με εντυπωσιακό ρυθμό στα τύμπανα και ένα φανταστικό σόλο με ανατολίτικη μελωδία. Τέλος, σε μεταγενέστερη έκδοσή του, το άλμπουμ περιλαμβάνει επιπλέον δυο ακόμα κομμάτια σε επανεκτέλεση, το θεϊκό Lost and Lonely Days και το all time classic, Deliver Us, όπως και ένα επιπλέον CD με demo εκτελέσεις διαφόρων κομματιών, τόσο των Warlord όσο και των Lordian Guard.



ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Το Rising Out from the Ashes φάνηκε να είναι η δεύτερη ευκαιρία που δικαιούνταν οι Warlord και η αφετηρία για μια νέα προσπάθεια που θα απέφερε τους καρπούς που άξιζαν στην μπάντα. Τον Αύγουστο μάλιστα του 2002 έπαιξαν και στο Wacken και όλα έδειχναν να βαίνουν αισίως. Η κακοδαιμονία όμως των Warlord ξαναχτύπησε όταν λίγες μέρες μετά το Wacken , ο Cans μπλέχτηκε σε καβγά σε κάποιο κλαμπ της Στοκχόλμης όπου ένας μεθυσμένος θαμώνας τον χτύπησε με μπουκάλι στο πρόσωπο με αποτέλεσμα να σκιστεί σοβαρά στο μάγουλο και να χρειαστεί νοσηλεία στο νοσοκομείο. Όπως ήταν φυσικό, όλοι οι σχεδιασμοί πάγωσαν.
Από εκεί και μετά δεν υπήρξε άλλη δραστηριότητα για τους Warlord , λόγω κολλημάτων και των άλλων μελών. O Zonder είχε υποχρεώσεις με τους Fates Warning ενώ ο Tsamis είχε την δουλειά του στο πανεπιστήμιο αλλά παράλληλα αντιμετώπιζε και προσωπικά προβλήματα καθώς η γυναίκα του, μετά από ένα τροχαίο ατύχημα που είχε στην Τζαμάικα (ένα ταξί στο οποίο επέβαινε έπεσε από γκρεμό 70 περίπου μέτρων), είχε πάθει κατάγματα σε 5 σημεία της σπονδυλικής της στήλης και για χρόνια μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία για χειρουργικές επεμβάσεις και θεραπείες.


Δυστυχώς, το Rising Out of the Ashes, αν και πολύ καλό άλμπουμ, για λόγους που δεν ευθύνεται το ίδιο και η ποιότητά του, δεν κατάφερε να βάλει ξανά τους Warlord στα μουσικά δρώμενα, τουλάχιστον με τον συστηματικό τρόπο που θα τους άρμοζε. Θα έπρεπε να περάσουν άλλα 11 χρόνια για να επανεμφανιστούν δισκογραφικά και έτσι ο συγκεκριμένος δίσκος στέκει μοναχικά μέσα στη μακρόχρονη ιστορία τους ως άλλη μια χαμένη ευκαιρία για την μπάντα.
TRIVIA

Το καλοκαίρι του 2002, λίγο μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ, είχαν ανακοινωθεί προγραμματισμένες συναυλίες τους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη για τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Το «ατύχημα» όμως του Joacim Cans οδήγησε στην ακύρωσή τους προκαλώντας μεγάλη πίκρα τους Έλληνες φανατικούς οπαδούς τους, οι οποίοι θα έπρεπε να κάνουν υπομονή 11 χρόνια για να τους δουν live.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ

7/5/25



Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου