Το σημερινό Όλα Όσα Πρέπει Να Ξέρετε Για Τους…ασχολείται με ένα μεγάλο συγκρότημα από το Detroit που με τον πρώτο δίσκο τους, κυριολεκτικά ταρακούνησαν την κοινωνία. Γι αυτό και το μέγεθος του σημερινού κειμένου είναι αρκετά μεγάλο. Το όνομα των MC5 (γνωστοί και ως Motor City Five) είναι γνωστό στους παλαιότερους αλλά και στους νεότερους rock fans σαν ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα του είδους. Η ιστορία τους είναι συνυφασμένη με το garage rock, την επαναστατικότητα της δεκαετίας του 60 (αλλά και 70) και με τις πρωτόλεια ρίζες του punk. Σχηματίστηκαν το 1963(!) στο Lincoln Park του Michigan από τους κιθαρίστες Wayne Kramer και Fred Smith, θαυμαστές και οι 2 των Chuck Berry, Dick Dale, Ventures και του R&B. Προχωρημένοι για την εποχή τους, οι 2 κιθαρίστες που ήταν και φίλοι, λάτρευαν τη μουσική που είχε ταχύτητα, ενέργεια αλλά και επαναστατική στάση. Πριν αποφασίσουν να προχωρήσουν μαζί, ο καθένας έπαιζε σε διαφορετικό συγκρότημα, ο Smith στους Smith's Vibratones και ο Kramer στους Kramer's Bounty Hunters. Όταν τα συγκροτήματά τους διαλύθηκαν, οι δυο τους σχημάτισαν τους Bounty Hunters με τον Billy Vargo στην κιθάρα και Leo LeDuc στα ντραμς με τον Fred Smith να έχει …μετακομίσει στο μπάσο).
ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ MANAGER
Σταδιακά απέκτησαν καλό όνομα, παίζοντας στα clubs του Detroit κι αποφάσισαν να σταματήσουν τις δουλείες τους, βλέποντας ότι παίζοντας έχουν κάποια καλά έσοδα, ικανά να τους βιοπορίσουν. Σύντομα κατάλαβαν ότι χρειαζόντουσαν έναν manager που τον βρήκαν στο πρόσωπο του Rob Derminer που ήταν γνώστης της αγοράς. Όλα αυτά στα μέσα της δεκαετίας του 60! Με ένα μαγικό τρόπο, ο Derminer έκανε audition για τη θέση του μπασίστα, για να καταλήξει…τραγουδιστής, μετονομαζόμενος Rob Tyner (από τον πιανίστα του John Coltrane, McCoy Tyner!). Τη θέση του manager κάλυψε η Ann Marston, πρώην πρωταθλήτρια τοξοβολίας και νικήτρια σε διαγωνισμό ομορφιάς!!!!!!!!!
Οι Tyner ήταν αυτός που πρότεινε το νέο τους όνομα, MC5 (συντομογραφία του Motor City Five), λόγω της καταγωγής τους από το Detroit, που για δεκαετίες ήταν η πόλις με τα εργοστάσια αυτοκινήτων. Τα περισσότερα μέλη των MC5 μεγάλωσαν στη σκιά του εργοστασίου της Ford Motor Company στο Highland Park του Μίσιγκαν και είχαν δει πώς οι παλιές υποσχέσεις της αμερικανικής εργοστασιακής πόλης δεν αποδίδονταν για τον μέσο πολίτη. Η δύναμη των λουλουδιών, η ειρήνη και η αγάπη δεν ήταν οι απαντήσεις σε ένα σπασμένο σύστημα. Αφού έγιναν αρκετές αλλαγές στη σύνθεσή τους, κυκλοφόρησαν μια διασκευή του I Can Only Give You Everything των Them, με το δικό τους One of the Guys στην πίσω πλευρά του μικρού δίσκου, ενώ απέσπασαν τα θετικά σχόλια του Iggy Pop που είχε δηλώσει: «Όταν τους είδα για πρώτη φορά, ήταν πριν γράψουν δικά τους τραγούδια, ήταν απλώς μια πολύ καλή μπάντα διασκευών από μια μεγάλη πόλη, και διασκεύαζαν βασικά τους Stones, Hendrix, The Who, όλα αυτά, πολύ καλά. Έπαιζαν και Ray Charles και εξελίχθηκαν με μια επικάλυψη τζαζ».
ΥΠΟΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ELEKTRA
Αρχές του 1968 με το rock κίνημα να ανεβαίνει, οι MC5 κυκλοφορούν ένα δεύτερο μικρό δίσκο με τα Looking at You/Borderline που εξαντλήθηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες και μέχρι το τέλος του έτους είχε πουλήσει 7.000 αντίτυπα. Οι διαρκείς συναυλίες τους, σε συνδυασμό με τις καταιγιστικές εμφανίσεις, σύντομα τους έκαναν πολύ γνωστούς και περιζήτητους, (κάθε συναυλία τους είχε πάνω από 1.000 άτομα, νούμερο μεγάλο για την εποχή) με αποτέλεσμα ο Υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων της Elektra Records, Danny Fields να πάει στο Ντιτρόιτ για να δει τους δει! Εντυπωσιάστηκε και τους προσέφερε συμβόλαιο όπως και στους Stooges. Ήταν τα πρώτα hard rock συγκροτήματα που υπέγραψαν με την Elektra Records. Σύμφωνα με τον Kramer, οι MC5 αυτής της περιόδου επηρεάστηκαν πολιτικά από τον μαρξισμό του Κόμματος των Μαύρων Πανθήρων και τον Fred Hampton, και ποιητές της γενιάς των Beat όπως ο Allen Ginsberg και ο Ed Sanders, ή μοντερνιστές ποιητές όπως ο Charles Olson.
Στην αρχή της καριέρας τους, οι MC5 είχαν μια πολιτικά προκλητική σκηνική παρουσία, εμφανιζόμενοι στη σκηνή κρατώντας άδεια τουφέκια και στο αποκορύφωμα της παράστασης, ένας αόρατος «ελεύθερος σκοπευτής» πυροβολούσε τον Tyner αλλά σε κανένα σημείο της καριέρας τους δεν σταμάτησαν να διαδίδουν τη ριζοσπαστική πολιτική τους ιδεολογία.
ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΤΟ 1968
Το συγκρότημα εμφανίστηκε στο πλαίσιο των διαμαρτυριών κατά του πολέμου του Βιετνάμ στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών του 1968 στο Σικάγο, συγκεντρώσεις που διαλύθηκαν από την αστυνομία. Οι MC5 ήταν το μόνο συγκρότημα που εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια των συγκεντρώσεων και έπαιξαν για πάνω από οκτώ συνεχόμενες ώρες!!!!!!!!!!! Είχε κανονιστεί να εμφανιστεί ο Neil Young αλλά λόγω της χαοτικής κατάστασης, δεν εμφανίστηκε. Μέλη των Country Joe and the Fish ήταν παρόντα αλλά φοβούμενοι την ανεξέλεγκτη κατάσταση, δεν εμφανίστηκαν όπως και ο Phil Ochs.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΙΣΚΟΣ
Ο ιδρυτής της Elektra Rec., Jac Holzman και ο παραγωγός Bruce Botnick, κατάλαβαν ότι οι MC5 ήταν στην καλύτερη τους φάση για να κυκλοφορήσουν δίσκο (Rob Tyner τραγούδι, Wayne Kramer κιθάρα/μπάσο, Fred "Sonic" Smith κιθάρα, Michael Davis μπάσο και Dennis Thompson ντραμς) και τον Φεβρουάριο του 1969 κυκλοφόρησαν τον πρώτο δίσκο τους με τον ιστορικό τίτλο Kick Out the Jams(Νο30 Αμερική), που ηχογραφήθηκε live στις 30 και 31 Οκτωβρίου 1968 στο Detroit. Οι πρώτες κριτικές ήταν αρνητικές αλλά όλοι αναγνώρισαν (μετέπειτα) ότι ήταν πρόδρομος του punk. Ο Rob Tyner φωνάζει πριν το εναρκτήριο τραγούδι: "And right now... right now... right now it's time to... kick out the jams, motherfuckers!", αλλά τα στελέχη της Elektra Records φοβήθηκαν ότι θα είχαν πρόβλημα και το αφαίρεσαν από το άλμπουμ, αντικαθιστώντας με «αδελφοί και αδελφές»), με το συγκρότημα και τον manager του John Sinclair να διαμαρτύρονται. Το το Kick out the Jams είναι ένα από τα πιο δυναμικά και ενεργητικά live άλμπουμ που έγιναν ποτέ...ένα άλμπουμ που αρνείται να παιχτεί ήσυχα! "Αυτό ήταν το νόημα του "Kick Out the Jams"", είπε ο Kramer. "Θέλαμε να τινάξουμε στον αέρα όλα αυτά τα συγκροτήματα των Grateful Airplane California. Ήταν όλοι απλώς λαϊκοί τύποι που δεν ήξεραν τι να κάνουν με μια ηλεκτρική κιθάρα, και μισούσαμε αυτά τα σκουπίδια", δήλωσε στην Oakland Tribute o Kramer
Η αλυσίδα πολυκαταστημάτων Hudson με έδρα το Ντιτρόιτ, αρνήθηκε να διαθέσει το άλμπουμ και οι ΜC5 απάντησαν με μια ολοσέλιδη διαφήμιση στο τοπικό underground περιοδικό Fifth Estate λέγοντας "Stick Alive with the MC5 and Fuck Hudson's!", συμπεριλαμβάνοντας εμφανώς το λογότυπο της δισκογραφικής εταιρείας Elektra Records, στη διαφήμιση. Με τη σειρά της η Hudson απέσυρε όλους τους δίσκους της Elektra από τα καταστήματά της, και στην επακόλουθη διαμάχη, ο Jac Holzman, επικεφαλής της Elektra, τους έδιωξε από την εταιρεία με το συγκρότημα να υπογράφει στην Atlantic Records
Το δεύτερο άλμπουμ τους Back in the USA(1970), είχε αρκετά διαφορετικό ήχο σε σχέση με το πρώτο, πιο κοντά στο punk. Οι κριτικές ήταν ανάμεικτες, με αποτέλεσμα μέτριες πωλήσεις (έφτασε στο Νο. 137) ενώ οι περιοδείες του συγκροτήματος πέτυχαν όπως στην πρώτη φάση τους.
Ο κατήφορος συνεχίστηκε και με το τρίτο άλμπουμ τους High Time(1971) το οποίο απέτυχε παταγωδώς εμπορικά, σταματώντας στο Νο191! Το παράδοξο ήταν ότι πήρε καλές κριτικές, με το συγκρότημα να έχει περισσότερο δημιουργικό έλεγχο.
| H...αντιδιαφήμιση των MC5 |
Οι αποτυχίες των Back in the USA και High Time, έκαναν την Atlantic Records να μην τους ανανεώσει το συμβόλαιο, με το συγκρότημα να περιοδεύει σε Αγγλία και Γερμανία. Εν τω μεταξύ ο μπασίστας Michael Davis απολύθηκε λόγω χρήσης ναρκωτικών για να αντικατασταθεί από μια σειρά μπασιστών (Steve Moorhouse, Derek Hughes και Ray Craig). Το συγκρότημα ηχογράφησε τρία νέα τραγούδια, τα Gold (γνωστό και ως Gold Rush), Train Music και Inside Out για το soundtrack μιας ταινίας Gold(1972). Αυτές ήταν οι τελευταίες ηχογραφήσεις τους. Στο συγκρότημα έμειναν οι Kramer, Smith και Tyner που έκαναν περιοδείες με τον Ritchie Dharma στα ντραμς και τον Derek Hughes στο μπάσο, παίζοντας διασκευές R&B όσο και το αρχικό τους υλικό. Στις 31 Δεκεμβρίου 1972, επανενώθηκαν για μια αποχαιρετιστήρια συναυλία στο Grande Ballroom, με τον Kramer να φεύγει από τη σκηνή εξ αιτίας παρενεργειών των ναρκωτικών. Επακόλουθο ήταν το συγκρότημα να διαλυθεί μετά από αυτή τη συναυλία. Το τελευταίο άλμπουμ των MC5, Heavy Lifting, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2024, σε παραγωγή Bob Ezrin και με μέλη τους Wayne Kramer, Don Was, Vicki Randle, Abe Laboriel Jr, Winston A. Watson Jr. και Stevie Salas.
ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ
Το 1973, ο Fred "Sonic" Smith σχημάτισε τους Ascension, το οποίο αποτελούνταν από μέλη των MC5, τους Thompson στα ντραμς, Davis στο πιάνο και ο μπασίστας John Hefty. Διαλύθηκαν σε λιγότερο από ένα χρόνο αφήνοντας πίσω τους μια ζωντανή ηχογράφηση που δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Μετά από αυτό, ο Smith σχημάτισε ένα νέο συγκρότημα που ονομάζεται Sonic's Rendezvous Band, παντρεύτηκε την τραγουδίστρια Patti Smith, αποσύρθηκε από τη μουσική για να μεγαλώσει οικογένεια και πέθανε το 1994. Οι Sonic's Rendezvous Band κυκλοφόρησε μόνο το single City Slang και αργότερα κυκλοφόρησαν ηχογραφήσεις μετά θάνατον του Smith. Το συγκρότημα ανασυστάθηκε με μόνο αρχικό μέλος τον Scott Morgan(Rationals) αποτίνοντας φόρο τιμής στο ιδρυτικό μέλος που είχε φύγει από τη ζωή. Ο Smith ήταν συμπαραγωγός στο άλμπουμ Dream of Life(1988) της Patti Smith και συνέγραψε όλα τα τραγούδια μαζί της, συμπεριλαμβανομένου του single People Have the Power. Ο Wayne Kramer προσπάθησε να αναβιώσει τους MC5 προσλαμβάνοντας τους Mark Manko ρυθμική κιθάρα, Tim Schafe μπάσο, Bob Schultz όργανο και Frank Lowenberg ντραμς, για να καταλήξει στη φυλακή (από το 1975 έως το 1978) για αδικήματα που σχετίζονται με ναρκωτικά. «Μπορείτε να ακούσετε την επιρροή μας παντού τώρα», δήλωσε ο Wayne Kramer στην Oakland Tribune το 1995. Ο κιθαρίστας και ιδρυτικό μέλος των θρυλικών MC5 παρακολουθούσε την αναβίωση της πανκ μουσικής της δεκαετίας του '90, όταν οι Green Day και οι Offspring απογειώνονταν, και είδε το δικό του εφηβικό όνειρο να γίνεται πραγματικότητα. Στη φυλακή συνάντησε(!) τον μπασίστα των MC5, Michael Davis, ο οποίος επίσης πίσω από τα κάγκελα για κατηγορία ναρκωτικών! Μετά την αποφυλάκισή του το 1979, ο Kramer συνέχισε να παίζει με τα συγκροτήματα Was (Not Was) με τον Don Was και Gang War με τον Johnny Thunders. Από τη δεκαετία του 80 και μετά, προσπάθησε να απεξαρτοποιηθεί από τα ναρκωτικά και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, επέστρεψε στη μουσική βιομηχανία, κυκλοφορόντας μια σειρά προσωπικών άλμπουμ που έλαβαν καλές κριτικές. Κυκλοφόρησε 6 προσωπικά άλμπουμ, με τελευταίο το Lexington (2014. Πέθανε σε ηλικία 68 ετών το 2024, νικημένος από τον καρκίνο του παγκρέατος. Ο Rob Tyner εμφανίστηκε σαν The New MC5"για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, συνεργάστηκε με τους Eddie and the Hot Rods, κυκλοφορώντας μαζί τους ένα 7ιντσο(μικρός δίσκος), έκανε παραγωγές κι έκανε σύντομες εμφανίσεις ως guest σε μερικές από τις ζωντανές τους εμφανίσεις, τραγουδώντας διασκευές των MC5. Ο Tyner έγινε επιτυχημένος παραγωγός, μάνατζερ και promoter στο Ντιτρόιτ και κυκλοφόρησε το άλμπουμ Blood Brothers(1990). Πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1991. Ο Dennis Thompson έπαιξε με διάφορα συγκροτήματα, όπως οι The New Order, New Race, The Motor City Bad Boys και Secrets. Πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 8 Μαΐου 2024.
ΕΠΑΝΑΣΥΝΔΕΣΕΙΣ
Η πρώτη επανένωση τους, έγινε σε μια συναυλία αφιερωμένη στη ζωή του αείμνηστου Rob Tyner, στο State Theatre του Ντιτρόιτ στις 22 Φεβρουαρίου 1992. Το set διήρκεσε περίπου τριάντα λεπτά και δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Το 2003, τα τρία εναπομείναντα μέλη των MC5, οι Kramer, ο μπασίστας Michael Davis και ο ντράμερ Dennis Thompson (ο Smith είχε πεθάνει το 1994)—εμφανίστηκαν ως MC5 στο 100 Club στο Λονδίνο, με τη θέση του Fred "Sonic" Smith να καταλαμβάνεται προσωρινά από τον Nicke Andersson των The Hellacopters, τα φωνητικά από τον David Vanian των The Damned, τον Lemmy των Motörhead, τον Ian Astbury των The Cult και την τραγουδίστρια Kate O'Brien.
Το 2005, η σύνθεση τους σταθεροποιήθηκε, αποτελούμενη από τους Kramer, Thompson και Davis, με τον Handsome Dick Manitoba, τραγουδιστή των Dictators και τον Gilby Clarke, πρώην μέλος των Guns and Roses, κιθάρα. Με αυτή τη σύνθεση συνέχισαν μέχρι τον θάνατο του Michael Davis τον Φεβρουάριο του 2012, οπότε και το συγκρότημα διαλύθηκε. Τον Μάιο του 2018, ο Kramer ανακοίνωσε περιοδεία MC50(!) για να γιορτάσει την 50ή επέτειο του Kick Out the Jams, με μια σύνθεση που περιλάμβανε τον ίδιο, καθώς και τους ροκ σταρ Kim Thayil και Matt Cameron των Soundgarden, Brendan Canty των Fugazi και Billy Gould μπάσο των Faith No More, καθώς και τους Marcus Durant και Don Was. Ο Thompson δεν συμμετείχε στην περιοδεία MC50.
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
Kick Out the Jams (1969)
Back in the USA (1970)
High Time (1971)
Heavy Lifting (2024)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ
6/10/25

Δημοσίευση σχολίου