Είναι κάποια συγκροτήματα στην ιστορία της ροκ μουσικής, που δεν είναι δυνατόν να τα δεις ως μια ομοιογενή ομάδα, αλλά να τα χαρακτηρίσεις μάλλον ως προσωποπαγή. Και δεν εννοώ βεβαίως τα γκρουπ που σχηματίστηκαν για να συνοδεύουν κάποιον super star, όπως τον Jimi Hendrix, τον Elton John, ή τον Carlos Santana. Εννοώ τα συγκροτήματα εκείνα, που ξεκίνησαν ως μια παρέα ισότιμων μουσικών, αυτό όμως αποδείχθηκε αδύνατον στην πράξη, για τον απλούστατο λόγο ότι ένας (ή μία) παραήταν φωτεινότερο αστέρι από τους υπόλοιπους (όσο καλοί και να ήταν οι άλλοι). Σκεφτείτε, ας πούμε, τους Queen χωρίς τον Freddie Mercury, τους Who χωρίς τον Pete Townshend, τους Jethro Tull χωρίς τον Ian Anderson, τους Pretenders χωρίς την Chrissie Hynde, ή τους Blondie χωρίς την Debbie Harry! E, μια τέτοια περίπτωση είναι και οι Cranberries και η ανεπανάληπτη frontwoman τους Dolores O’ Riordan.
ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΗΣΑΝ
Ας πάμε λοιπόν, στο Limerick της Ιρλανδίας, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όπου οι αδελφοί Noel Hogan (γεννημένος το 1971) και Mike Hogan (γεννημένος το 1973) γνωρίζονται με τον Fergal Lawler (1971- ), με τον οποίο μοιράζονταν την αγάπη για την πανκ και την εγγλέζικη indie, και αποφασίζουν να σκαρώσουν μια μπάντα, στην οποία παίρνουν για τραγουδιστή τον συντοπίτη τους Niall Quinn. O Noel θα ήταν ο κιθαρίστας, ο Mike ο μπασίστας και στα ντραμς ο Fergal. To αρχικό τους όνομα ήταν Cranberry Saw Us, ένα λογοπαίγνιο της Cranberry Sauce (που είναι αναπόσπαστο κομμάτι του δείπνου των Ευχαριστιών, μαζί με την γαλοπούλα). Λίγο καιρό αφού ιδρύθηκαν όμως, ο Quinn πήρε την απόφαση να συνεχίσει με το γκρουπ, στο οποίο ανήκε πιο πριν, στους Hitchers. Πριν φύγει πάντως, φρόντισε να τους συστήσει για αντικαταστάτη του μια φίλη της αδελφής της κοπέλας του, η οποία είχε πολύ ωραία φωνή και έψαχνε, εκείνη την εποχή, να ενταχθεί σε κάποιο γκρουπ. Έτσι, ένα κυριακάτικο απόγευμα του 1990, εμφανίστηκε μπροστά στους τρεις φίλους, ένα 18χρονο μικροκαμωμένο κορίτσι, που φορούσε μια φόρμα γυμναστικής και κουβαλούσε, πάνω στο ποδήλατό της, ένα μισοκατεστραμένο πιανάκι Casio. Μόλις άρχισε να τραγουδάει, τα τρία αγόρια έπαθαν την πλάκα τους! «Τρελαθήκαμε με το που την ακούσαμε», θυμόταν αργότερα ο Mike, «η φωνή της ήταν το κάτι άλλο». Ο Noel τα διηγείται πιο παραστατικά: «Ήταν τόσο μικρούλα και συνεσταλμένη. Αλλά, μόλις άνοιξε το στόμα της, ξεπήδησε αυτή η καταπληκτική φωνή, αυτή η τεράστια φωνή που έβγαινε από ένα τόσο μικρό σώμα», για να συμπληρώσει αμέσως μετά: «Πώς δεν την είχαν πάρει ήδη σε κάποιο γκρουπ; Η μέρα αυτή, της πρώτης ακρόασης, άλλαξε τη ζωή μας!». Εννοείται ότι δεν έχασαν καιρό: Της έδωσαν μια κασέτα, που είχε ετοιμάσει ο Noel και περιείχε κάποια μουσικά προσχέδια και ακολουθίες ακόρντων, στο πνεύμα του ήχου indie, και της ζήτησαν να το ντύσει με στίχους και να τους το φέρει ξανά σε μία βδομάδα. Η Dolores πήρε την κασέτα και μια βδομάδα αργότερα, επέστρεψε με ένα έτοιμο τραγούδι, αυτό που θα γινόταν η μεγάλη τους επιτυχία Linger!
Σημειωτέον, ότι δεν έβαλε απλώς τους στίχους, αλλά συμμάζεψε και μουσικά το κομμάτι. Αυτό ήταν το ορόσημο της γόνιμης καλλιτεχνικής συνεργασίας του Noel Hogan και της Dolores O’ Riordan. «Είναι αυτή η μοναδική στιγμή, που διαπιστώνεις το ‘κλικ’ με κάποιον και θέλεις να αποκομίσεις ό,τι καλύτερο μπορείς απ’ αυτό», λέει ο Noel Hogan. Δεν τους πήρε πολύ, στη συνέχεια, να γράψουν άλλα τρία τραγούδια και να παρουσιάσουν ένα demo στην τοπική δισκογραφική Xeric Records. Κι από δω ξεκινάει το μαγικό τους ταξίδι.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΑΛΜΠΟΥΜ
Ο Pearse Gilmore, ιδιοκτήτης της εταιρίας Xeric Records, ενθουσιάστηκε με το demo των παιδιών, τόσο που αποφάσισε να γίνει ο manager τους και να τους παραχωρήσει studio time για να ετοιμάσουν ένα επαγγελματικό demo tape, το οποίο στη συνέχεια θα προωθούσε στις μεγάλες δισκογραφικές εταιρίες του Λονδίνου. Σ’ αυτή τη φάση της καριέρας τους ήταν που άλλαξαν και το όνομά τους, από Cranberry Saw Us σε σκέτο Cranberries, εξαιτίας του εκπροσώπου μιας απ’ αυτές τις εταιρίες, που τους απάντησε, αποκαλώντας τους απλώς Cranberries. Από τότε, αποφάσισαν να υιοθετήσουν το απλουστευμένο όνομα. Παράλληλα, το γκρουπ συνέχισε τα live του στην περιοχή του Limerick. Σ’ ένα από αυτά τα live ήρθε να τους παρακολουθήσει ο A&R της Island Records, ο παραγωγός Denny Cordell. Δεν ήταν ο μόνος που ήρθε: 32 ακόμα εταιρίες είχαν στείλει τους A&R τους σ’ αυτή τη συναυλία, ήταν όμως ο Cordell που φάνηκε πιο πειστικός και υπέγραψε με τους Cranberries ένα συμβόλαιο για 6 άλμπουμ. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, εκεί που όλα έδειχναν ρόδινα, τα μέλη του γκρουπ αντιλαμβάνονται ότι ο Pearse Gilmore είχε τη δική του ατζέντα, ερχόμενος σε απευθείας συνεννόηση με την μητρική Island Records της Αμερικής, επιδιώκοντας τη δεσπόζουσα θέση στα θέματα του γκρουπ. Ήταν κάτι πολύ ανέντιμο, που βάρυνε το κλίμα, ενόψει μάλιστα της ηχογράφησης του πρώτου τους άλμπουμ. Έτσι, κάποια στιγμή, τον Ιανουάριο του 1992, όταν οι Cranberries είχαν μπει στο στούντιο της Island, επήλθε η ρήξη. Το συγκρότημα διέγραψε ό,τι είχε ηχογραφήσει ως τότε, απέλυσε τον Pearse Gilmore και τον Μάρτιο του ‘92 ξεκίνησε την ηχογράφηση από την αρχή. Ένα χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του ’93, κυκλοφόρησε -επιτέλους- το πρώτο άλμπουμ των Cranberries, με τίτλο Everybody Else Is Doing It, So Why Can't We?. Μέχρι να εκδοθεί πάντως το άλμπουμ, είχαν κυκλοφορήσει δύο πολύ επιτυχημένα singles, το Dreams (Σεπτέμβριος ’92) και το Linger (Φεβρουάριος ’93), που έκαναν αναπάντεχη επιτυχία (το Linger πήγε στο νο. 8 των USA charts), προετοιμάζοντας έτσι την θριαμβευτική πορεία του άλμπουμ: Το “Everybody Else Is Doing It, So Why Can't We?” σκαρφάλωσε αστραπιαία στο νο. 1 των Βρετανικών charts και στο Ν ο18 του αμερικάνικου chart!
Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ
Και αν το πρώτο τους άλμπουμ σημείωσε τέτοια επιτυχία, τι να πούμε για το δεύτερο, που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο 1994, με τίτλο No Need To Argue, και περιείχε τη μεγαλύτερη επιτυχία της μπάντας, το περίφημο Zombie με τους στίχους να αναφέρονται σε 2 βομβιστικές ενέργειες του I.R.A. την πρώτη τον Φεβρουάριο του 1993, όταν στην πόλη Warrington της Αγγλίας, έσκασαν 3 βόμβες, χωρίς ευτυχώς ανθρώπινα θύματα, δύο από τους τρεις βομβιστές όμως συνελήφθησαν κι ένα μήνα αργότερα, στις 20 Μαρτίου 1993, ίσως στην προσπάθεια του IRA να εκδικηθεί για τους συλληφθέντες, σκάνε καταμεσήμερο, μέσα στην καρδιά του πολυσύχναστου εμπορικού κέντρου του Warrington, δύο βόμβες, που είχαν τοποθετηθεί μέσα σε μεταλλικούς κάδους απορριμμάτων. Δύο παιδιά ,ένα τρίχρονο και ένα δωδεκάχρονο, χάνουν τη ζωή τους, ενώ τραυματίζονται άλλοι 54 περαστικοί. Διάβασε την ιστορία του τραγουδιού και δες το video εδώ:. Αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία των Cranberries, έχοντας πουλήσει πάνω από 18 εκατομμύρια αντίτυπα. Εκτός από το Zombie, από το άλμπουμ αυτό ξεπήδησαν άλλα τρία επιτυχημένα singles: Ode To My Family, I Can’t Be With You και Ridiculous Thoughts. Από εδώ και πέρα, ο δρόμος είναι στρωμένος και έτσι το 3ο άλμπουμ τους, που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του ’96, με τίτλο To The Faithful Departed, πήγε αμέσως στο νο. 2 της μεγάλης Βρετανίας, παρόλη την επιφυλακτική στάση των μουσικοκριτικών απέναντί του. Δύο τραγούδια ξεχώρισαν απ’ αυτό το άλμπουμ, τα Salvation και Free To Decide, που όμως δεν θα μπορούσαν ποτέ να συγκριθούν με το Zombie.
Στο σημείο αυτό, το γκρουπ κάνει ένα υποχρεωτικό διάλειμμα, ώστε να δώσει λίγο χρόνο στην Dolores O’ Riordan να συνέλθει από το διαρκές stress των αλλεπάλληλων υποχρεώσεων, αλλά και να αφιερώσει και λίγο χρόνο στο νεογέννητο παιδί της. Έτσι, το 4ο άλμπουμ του γκρουπ κυκλοφορεί τρία χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο 1999. Ο τίτλος του ήταν Burry The Hatchet και από το άλμπουμ αυτό προέκυψαν τα singles: Promises, Animal Instinct και Just My Imagination. Εμπορικά, το άλμπουμ σημείωσε μέτρια επιτυχία, σε σχέση με τα προηγούμενα, έγινε πάντως κι αυτό χρυσό. Το 5ο τους άλμπουμ κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο 2001, όταν πια το συγκρότημα είχε πουλήσει πάνω από 33 εκατομμύρια άλμπουμ συνολικά. Ο τίτλος του ήταν Wake Up And Smell The Coffee και δεν κατάφερε να πάει πιο ψηλά από τη θέση 61 των βρετανικών charts. Από το νέο άλμπουμ ξεχώρισαν τα Analyse, Time Is Ticking Out και This Is The Day.
Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ
Ήταν πια φανερό, ότι το συγκρότημα δεν είχε τη δυναμική να επαναλάβει τις προηγούμενες επιτυχίες του. Έτσι, τον Σεπτέμβριο 2003, οι Cranberries ανακοίνωσαν ότι θα διέκοπταν τη συνεργασία τους για κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να ακολουθήσουν προσωπική πορεία, να συνεργαστούν ίσως με κάποιους άλλους καλλιτέχνες, ή και να αφοσιωθούν στα παιδιά τους. Πράγματι, το συγκρότημα διαλύθηκε, μέσα σε ένα φιλικό κλίμα, και καθένα από τα μέλη του αναζήτησε νέες δραστηριότητες, χωρίς πάντως κάποια ιδιαίτερη επιτυχία. Ύστερα από 6 χρόνια χωριστά, οι Cranberries επανενώθηκαν το 2009, με αφορμή την ανάδειξη της Dolores O’ Riordan σε επίτιμη καθηγήτρια του Trinity College του Δουβλίνου. Τρία χρόνια μετά την επανένωσή τους, τον Φεβρουάριο 2012, κυκλοφόρησε το 6ο άλμπουμ τους με τίτλο Roses, με μέτρια επιτυχία.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ DOLORES
Και ξαφνικά, ενώ η νέα πορεία του γκρουπ εξελισσόταν ικανοποιητικά, η Dolores O’ Riordan βρέθηκε νεκρή στη μπανιέρα της, ύστερα από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Το τραγικό γεγονός συνέβη στο Λονδίνο, όπου είχε πάει για τις προετοιμασίες του νέου άλμπουμ των Cranberries. Όταν ο θάνατός της ανακοινώθηκε επίσημα τον Σεπτέμβριο 2018, ύστερα από 8 μήνες διεξοδικών ερευνών, ο Noel Hogan βγήκε και επιβεβαίωσε την οριστική διάλυση των Cranberries, που -ούτως ή άλλως- είχε προγραμματιστεί για αμέσως μετά την κυκλοφορία του 7ου άλμπουμ τους, που θα έπαιρνε -κατά τραγική σύμπτωση- τον τίτλο In The End.
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ DOLORES O’ RIORDAN
Τίποτα απ’ όσα διαβάσαμε πιο πάνω δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς την αύρα της Dolores O’ Riordan. Της μοναδικής αυτής ερμηνεύτριας, που με το πάθος της και την ασύγκριτη τεχνική της μπόλιαζε το κοινό των Cranberries με τους εμπνευσμένους στίχους της και τις ευαίσθητες μελωδίες της. Τα τελευταία χρόνια, είχαμε την τύχη να ανακαλύψουμε και να απολαύσουμε αυτή την υπέροχη ικανότητα των ιρλανδέζων τραγουδιστριών να συνδυάζουν την ονειρική χροιά της φωνής τους, με απόκοσμους λαρυγγισμούς και σπαρακτικό λυγμό. Ποιαν να πρωτοθυμηθούμε; Τη θεϊκή Enya, την ονειροπαρμένη Sinead O’ Connor, την εκφραστική Loreena McKennitt, τη γλυκύτατη Andrea Corr (από τους Corrs); E, η Dolores ήταν όλα αυτά μαζί! Και μάλιστα, η Dolores δεν βάδισε πάνω στο συνηθισμένο δρόμο του ιρλανδέζικου φολκλόρ, αλλά στο δύσκολο και ανεξερεύνητο -εκείνη την εποχή- μονοπάτι του alternative rock. Η τόσο χαρακτηριστική φωνή της αποτέλεσε το σήμα κατατεθέν όχι μόνον των Cranberries, αλλά όλης της δεκαετίας του ’90.
Κι όλα αυτά, από ένα πάμφτωχο κοριτσάκι, που μεγάλωσε στη δυστυχία, με οκτώ ακόμη αδέλφια και πατέρα βαριά τραυματία, δηλαδή ανίκανο για δουλειά (αλλά υπέροχο τραγουδιστή). Και σαν να μην ήταν αυτά αρκετά, ένα κοριτσάκι που κακοποιήθηκε ήδη από την ηλικία των οκτώ ετών. Κι όμως, τόσο προικισμένο! Η Dolores O’ Riordan πέθανε δυστυχώς πολύ νωρίς, άφησε όμως ανεξίτηλη τη σφραγίδα της στον χώρο της μουσικής, υψώνοντας το μικρό της ανάστημα ισάξια δίπλα σε κορυφαίους άνδρες συναδέλφους της. Έχει κυκλοφορήσει 2 προσωπικά άλμπουμ, τα Are You Listening? (2007) και No Baggage(2009).
ΟΙ CRANBERRIES ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το ιρλανδέζικο συγκρότημα έχει παίξει μια φορά στο 1rst Poseidon Festival στον Πειραιά (1η Ιουλίου 2002), την επομένη 2Ιουλίου στο Θέατρο Γης Θεσσαλονίκης και στο Θέατρο Βράχων στο Βύρωνα, στις 14 Ιουλίου 2010 στο Θέαρτρο Βράχων, σε μια άκρως πετυχημένη συναυλία. Η Dolores O'Riordan έχει εμφανιστεί μόνη της, χωρίς τους Cranberries, αλλά με άλλους μουσικούς στη Μονή Λαζαριστών, Θεσσαλονίκη στις 21 Ιουνίου 2007 και στις 23 Ιουνίου στο Λυκαβηττό. Στις 2 συναυλίες της, είχε μαζί της τον μπασίστα Marco Mendoza (Thin Lizzy, Ted Nugent/Whitesnake/Black Star Riders κ.α.) και ντράμερ ο Graham Hopkins (πρώτος ντράμερ των Therapy?).
ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ
19/2/24
Δημοσίευση σχολίου