YNGWIE MALMSTEEN 7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2025 – ΜΟΝΗ ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ: Ο ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣ ΗΤΑΝ ΕΚΕΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΕΙ

 


Είστε γνώριμοι με την έκφραση «αίμα και άμμος»;
Προέρχεται από τον τίτλο της ομώνυμης ταινίας του 1922, όπου ο Ροδόλφο Βαλεντίνο υποδύεται έναν ταυρομάχο που ξεκινάει από χαμηλά για να γίνει αστέρι στην αρένα και να μπλέξει σε διάφορες αισθηματικές περιπέτειες.
Όταν λοιπόν σκέφτομαι κατά αντιστοιχία την Μονή Λαζαριστών στην Θεσσαλονίκη, την πρώην μονή του 19ου αιώνα που πλέον λειτουργεί ως συναυλιακός χώρος, μου έρχονται στο μυαλό δύο λέξεις: ζέστη και κουνούπια. Πιστέψτε με, έχει μπόλικα και από τα δύο.
Προσπαθώντας να αποφύγω το πρώτο, χωρίς να καταφέρω να αγνοήσω το δεύτερο, έφτασα στον χώρο λίγο μετά τις 20:00, με απώτερο σκοπό να δω έναν άλλο «ταυρομάχο», έναν προσωπικό μου ήρωα της ηλεκτρικής κιθάρας, τον μαέστρο από την παγωμένη Σουηδία, τον Yngwie Malmsteen. Στην Αθήνα τον περιμέναμε, στην Θεσσαλονίκη μας ήρθε!
O Yngwie περιοδεύει αυτή την εποχή με το προσωπικό του σχήμα για την επέτειο των 40 ετών από την κυκλοφορία του μνημειώδους Rising Force, που άλλαξε τα πάντα στο πεδίο της ηλεκτρικής κιθάρας και δικαίως θεωρείται όχι μόνο επαναστατικό όσον αφορά το neoclassical είδος αλλά και γενεσιουργό στοιχείο του λεγόμενου shred, είδος με βιρτουόζικη τεχνοτροπία από το οποίο έχουμε απολαύσει μεγάλες στιγμές (περισσότερα για το shred μπορείτε να διαβάσετε εδώ, στο σχετικό αφιέρωμα του rockmachine.gr).
Αφού μπήκα μέσα και βρέθηκα με τους φίλους που κανονίσαμε να πάμε παρέα, έριξα μία ματιά στον χώρο όπου συνήθως βρίσκεται το merchandise των συγκροτημάτων, για να διαπιστώσω ότι μόνο ένα από τα τρία σχήματα που έπαιζαν είχε κάτι να προσφέρει εκείνη την στιγμή. Επρόκειτο για τους Andry, το συγκρότημα της Ελληνίδας metal τραγουδίστριας Andry Lagiou, η οποία ίσως να είναι γνώριμη σε κάποιους από την συμμετοχή της στο The Voice of Greece. Οι Andry, που πήραν την σκηνή την ώρα της άφιξης μου, ισορροπούν ανάμεσα στο heavy metal και το power metal, φέρνοντας αρκετά στο μυαλό τους Chastain, αλλά με περισσότερα πλήκτρα.

Πέρα από την Andry Lagiou στα φωνητικά, η μπάντα αποτελείται από τον (υποπτεύομαι) Ελληνοαμερικανό Mickey Lyxx (Michael Lussos) στην κιθάρα, τον μπασίστα Paul Reyna, τον Βραζιλιάνο πληκτρά Fab Jablonski και τον ενθουσιώδη Ολλανδό ντράμερ των Praying Mantis, Hans in 't Zandt. Η θεαματική είσοδος της πληθωρικής Andry, με την κερασφόρα μάσκα και το μαστίγιο σίγουρο έκανε εντύπωση, και με το συγκρότημα να βρίσκεται σε κέφια, ακούσαμε τραγούδια από το μοναδικό τους άλμπουμ Skies (2024), καθώς και μία ωραία διασκευή στο Burn των θρύλων Deep Purple, κατά την διάρκεια ενός σύντομου αλλά περιεκτικού set. 
Εδώ να σημειώσω πως είχε προηγηθεί το γαλλικό τρίο των Spirit War, του άλλου σχήματος που ο Yngwie επέλεξε να ανοίγει τις εμφανίσεις του. Αποτελούνται από τους Valentin Leroy (ντραμς), Nicolas Lebrat (κιθάρα) και Markus Fortunato (μπάσο και φωνητικά), και το ρεπερτόριο τους κινήθηκε στο κλασικό heavy metal στυλ, με τραγούδια από το (επίσης) μοναδικό τους άλμπουμ, Between Dusk And Dawn (2023).

Έχει αρκετά στοιχεία από πρώιμο αμερικάνικο heavy power και τα φωνητικά του Fortunato ίσως να σας φέρουν στο μυαλό ένα υβρίδιο ήρεμου Udo Dirkschneider και «Γάλλου» Mark Shelton (Manilla Road). Αρκετά ενεργητικοί και αυτοί, ζέσταναν τον κόσμο και άφησαν θετικές εντυπώσεις στον λιγοστό κόσμο που ήταν παρόντες εκείνη την ώρα. Οι Spirit War βρέθηκαν στον χώρο του merchandise προς το τέλος της συναυλίας, συνομιλώντας με τον κόσμο που πήγαινε να τσεκάρει το δικό τους εμπόρευμα.
Όλα ωραία και καλά μέχρι εδώ, όμως καθώς έπεφτε ο ήλιος η αναμονή μεγάλωνε, οι μπύρες πηγαινοερχόντουσαν και τα κουνούπια πλήθαιναν. Η Μονή Λαζαριστών ήταν πλέον κατάμεστη, κάτι που μας προξένησε εντύπωση, μιας και συνήθως 7 Αυγούστου η πόλη είναι άδεια. Φαίνεται πως η «Αυγουστίτιδα» δεν επηρέασε το rock κοινό της Θεσσαλονίκης, που ήταν έτοιμη να υποδεχτεί τον Βίκινγκ που αντί για το χαρακτηριστικό τσεκούρι κράδαινε την κρεμ Fender με την «σκαμμένη» ταστιέρα και το πανταχού παρόν αλογάκι της Ferrari. Η σκηνή έχει ήδη αρχίσει να ετοιμάζεται και το στήσιμο μιλούσε από μόνο του. 14 κεφαλές και 11 καμπίνες ατόφιων Marshall καταλάμβαναν την μισή σκηνή, ενώ τα πλήκτρα, τα ντραμς και το μπάσο ήταν τοποθετημένα στο άλλο μισό, στρατηγικά τοποθετημένα όλα για να εντυπωθεί το μήνυμα. Και κάπως έτσι φτάσαμε στις πρώτες νότες της εισαγωγής του “Rising Force”…. και η Μονή Λαζαριστών σηκώθηκε στο πόδι.
H μπάντα που συνόδευε τον Malmsteen –που εκτέλεσε και χρέη τραγουδιστή σε κάποια σημεία - επί σκηνής αποτελείτο από τους Nick Marino (πλήκτρα/ φωνητικά), Emilio Martinez (μπάσο) και ο ντράμερ Wyatt Cooper, ο οποίος, πληροφοριακά, έκλεισε τον κύκλο του στο εν λόγω σχήμα με την εμφάνιση του στην Θεσσαλονίκη, όπως ανακοίνωσε και ο ίδιος μέσω Facebook λίγες ώρες μετά το live. Το πως και το γιατί αποτελεί αντικείμενο σπέκουλας, αλλά ας πούμε ότι, γενικότερα, υπήρξε «διαφωνία χαρακτήρων» μεταξύ αυτού και του Yngwie.
Το πλούσιο set list της συναυλίας περιλάμβανε κάτι από (σχεδόν) όλη την δισκογραφία του Malmsteen μέσα στα 40 χρόνια της προσωπικής του πορείας, κυριολεκτικά ένα κομμάτι από (σχεδόν) κάθε άλμπουμ του, με έμφαση στις καθαρά κλασικότροπες συνθέσεις του καθώς και διασκευές σε γνωστά κομμάτια κλασικής μουσικής, όπως την Badinerie και την Toccata του Johann Sebastian Bach, το adagio τουAlbinoni και μία φούγκα μαζί με ένα κιθαριστικό σόλο του. Ο κιθαρίστας βρισκόταν διαρκώς πάνω  από την κονσόλα με τα εφέ του, χρησιμοποιώντας τα με μεγάλη μαεστρία προκειμένου να διαμορφώσει ανάλογα τον ήχο του κατά την διάρκεια του προγράμματος του. Όσοι έχετε δει το live του από το Leningrad (σημερινή Αγία Πετρούπολη) το 1989, με τον σπουδαίο Joe Lynn Turner στα φωνητικά, που γέννησε και το live άλμπουμ Trial by fire, καταλαβαίνει για τι πράγμα μιλάω.Αντιλαμβάνομαι πως το στυλ και η γενικότερη προσέγγιση του Malmsteen δεν είναι για όλους, ίσως να κούρασε κάποιους με τους ατελείωτους αυτοσχεδιασμούς, γεμάτους arpeggio και minor harmonic εφόδους, όμως για τους περισσότερους που αγαπούν το neoclassical shred είδος, αυτό το σόου ήταν σαν βόλτα στο λούνα παρκ.

Σίγουρα θα μπορούσαμε να ακούσουμε περισσότερα από τα αγαπημένα μας τραγούδια και με έναν κανονικό τραγουδιστή, αλλά και πάλι εγώ προσωπικά το απόλαυσα, έστω και έτσι. Το μόνο που θα ήθελα, τουλάχιστον, ήταν να μην περνάνε τα τραγούδια με ένα κουπλέ/ρεφραίν/σόλο και να τα αποδίδουν ολόκληρα, όπως έκαναν στις περισσότερες περιπτώσεις.
Από τους πιο γνωστούς Yngwie ύμνους ακούσαμε τα Evil Eye, Far Beyond the Sun (με ένα σφηνάκι από σόλο Βohemian Rhapsody) και Now Your Ships Are Burned (από το πρώτο του άλμπουμ), το μέγιστο You Don't Remember, I'll Never Forget που έκλεισε και το κύριο set (από το Trilogy), το Like an Angel (For April) (από το Facing the Animal), καθώς και τα Fire and Ice και Seventh Sign από τα ομώνυμα άλμπουμ. Το τελευταίο (και όχι τόσο καλό) άλμπουμ του Yngwie, Parabellum είχε και αυτό συμμετοχή με τρία τραγούδια, τα (Si Vis Pacem) Parabellum, Relentless Fury και Wolves at the Door. Ακόμη, από τα World on Fire και Alchemy, ακούσαμε τα Soldier” και Blue, αντίστοιχα. Να σημειώσω ότι οι Deep Purple είχαν για δεύτερη φορά την τιμητική τους στην βραδιά, μιας και ακούσαμε το Smoke on the Water από τον Yngwie, που, μεταξύ μας, είναι εντελώς ανερυθρίαστος fan του Ritchie Blackmore, και ας μην το παραδέχεται τελείως.
Οι Fender πηγαινοέρχονται στην σκηνή από τον τεχνικό στα χέρια του Yngwie, οι μηχανές καπνού δημιουργούν ένα εντυπωσιακό οπτικό εφέ και ο Yngwie κατευθύνει τους υπόλοιπους με μαεστρική ικανότητα. O κιθαρίστας γενικά φαινόταν να το απολαμβάνει και να γουστάρει με τις αντιδράσεις του κοινού, χαρίζοντας μας εξαιρετικές πόζες, επιδεικνύοντας τις Fender του και παιξίματα με κάθε δυνατό τρόπο -πίσω από το κεφάλι, με τα δόντια, στο πάτωμα -  σε μία βραδιά που για τους μη μυημένους θα μπορούσε να αποτελεί ένα τεράστιο και συνεχές κιθαριστικό σόλο. 


Λίγο πριν εκπνεύσει το δίωρο, η μπάντα επέστρεψε για encore, οπότε και στήθηκε η custom ακουστική του λευκή Ovation, με το σήμα της Ferrari σε εμφανές σημείο (είναι γνωστό το πάθος του Yngwie για τα συγκεκριμένα αυτοκίνητα). Μετά από ένα μικρό ζέσταμα, ήρθε η εισαγωγή του μυθικού Black Star να ξεσηκώσει το κοινό, συντονίζοντας μας όλους, τόσο στο μυαλό όσο και στις φωνές. Σίγουρα αυτή η βραδιά της Πέμπτης αποτέλεσε, άτυπα, την μεγαλύτερη συνάθροιση από air guitarists στην πόλη το 2025. Και για να μας στείλει μια και καλή, ο μεγάλος Yngwie μας αποχαιρέτησε με το καταιγιστικό I'll See the Light Tonight, από το Marching Out, όπου το χάσαμε για λίγα λεπτά, χοροπηδώντας και τραγουδώντας χορωδιακά το ρεφραίν.
Καθ΄ όλη την διάρκεια της συναυλίας αναρωτιόμουν πραγματικά πόση μουσική μπορεί να χωρέσει στο κεφάλι και πόση δεξιοτεχνία στα χέρια του Malmsteen, τα οποία έβαζαν φωτιά με ασύλληπτη ταχύτητα στις κιθάρες που χρησιμοποίησε επί σκηνής. Οι περισσότεροι έμειναν ευχαριστημένοι, κάτι που διαπίστωσα μιλώντας με φίλους και γνωστούς έξω από την Μονή Λαζαριστών, καθώς το πλήθος αποχωρούσε. Ναι θα μπορούσε να έχει κάποιον τραγουδιστή από τα παλιά και να παίξει πολλά από τα αγαπημένα μας τραγούδια αντί των μεγάλων σε διάρκεια σόλο. Αλλά σέβομαι το όραμα και την προσέγγιση του καλλιτέχνη, που έδωσε τα πάντα μπροστά σε ένα sold out κοινό, σύμφωνα με τους επίσημους λογαριασμούς του στα social media. Φύγαμε όλοι και όλες με πολλά χαμόγελα και αν και τρέφω ελάχιστες ελπίδες, ελπίζω να ξαναδώ τον αγαπημένο Yngwie Malmsteen σύντομα κάπου στα μέρη μας. Φίλοι μου στην Αθήνα, ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ακυρώθηκε η εκεί εμφάνιση, μακάρι να μπορούσα να σας τηλεμεταφέρω εδώ να τον δούμε παρέα αλλά … χάσατε!

Κείμενο/Φωτό: ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣ

14/8/25

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου