Περιττή κάθε εισαγωγή για τους Helloween καθώς δεν νομίζω να υπάρχει άνθρωπος στον χώρο του metal που να μην γνωρίζει τη μπάντα αλλά και την τεράστια συμβολή της στην ίδρυση και τη θεμελίωση του ευρωπαϊκού power metal. Οπότε, χωρίς περισσότερα «λόγια», ας θυμηθούμε λίγο τα πρώτα βήματα αυτού του τόσο επιδραστικού συγκροτήματος.
Οι Helloween ιδρύθηκαν το 1984 στο Αμβούργο της τότε Δυτικής Γερμανίας και η σύνθεσή τους αποτελούνταν από τα εξής μέλη: Kai Hansen – κιθάρα, φωνητικά, Michael Weikath – κιθάρα, Marus Grosskopf – μπάσο και Ingo Schwichtenberg – ντραμς. Την ίδια χρονιά υπέγραψαν συμβόλαιο με τη Noise Records και η πρώτη τους δισκογραφική εμφάνιση ήταν στη συλλογή της εταιρείας, Death Metal με τα τραγούδια Oernst of Life και Metal Invaders.
Το μεγάλο βήμα όμως έγινε ένα χρόνο μετά, όταν τον Απρίλιο του 1985 κυκλοφόρησαν το ομώνυμο EP τους (Helloween) με 5 κομμάτια. Σε αυτό το Mini LP, βλέπουμε για πρώτη φορά και το κλασικό λογότυπο του ονόματος της μπάντας, με την κολοκύθα στην θέση του Ο, η οποία αποτέλεσε έκτοτε και την μασκότ του σχήματος. Επίσης, βλέπουμε και μια δευτερεύουσα μασκότ, το τέρας που εμφανίζεται μέσα από την κολοκύθα που σκάει πάνω από το φλεγόμενο έδαφος. Αυτό όμως που πραγματικά «σκάει» σαν βόμβα στ’ αυτιά μας είναι το μουσικό περιεχόμενο του δίσκου: ορμητικό speed/power metal, αιχμηρό, τσαμπουκαλεμένο, τραχύ και άγουρο, που όμως δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την ποιότητα της μπάντας και την εξέλιξη που θα έχει. Πέντε τραγούδια διαμάντια – Starlight, Murderer, Warrior, Victim of Fate, Cry for Freedom – που κάνουν κάτι παραπάνω από αισθητή την πρώτη εμφάνιση των Helloween στο metal στερέωμα.
Εκμεταλλευόμενοι την αίσθηση που έκανε το EP και την θετική ανταπόκριση που έλαβαν από τους metal οπαδούς, οι Helloween επανήλθαν δριμύτεροι επτά μήνες μετά με το πρώτο τους άλμπουμ, το ιστορικό και εμβληματικό πλέον, Walls of Jericho. Ηχητικά, δεν υπάρχει κάποια ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με το Mini LP αφού ολόκληρος ο δίσκος ακολουθεί το μοτίβο που έθεσε η προηγούμενη κυκλοφορία της μπάντας: επιθετικό και γρήγορο power metal με κάποια thrash ψήγματα και βάση το κιθαριστικό δίδυμο των Kai Hansen και Michael Weikath που αποτελεί επίσης και το συνθετικό δίδυμο του συγκροτήματος. Με σαφείς επιρροές από την κιθαριστική δουλειά κλασικών σχημάτων, όπως οι Iron Maiden και οι Judas Priest και αδιαμφισβήτητο προσωπικό ταλέντο, οι δύο κιθαρίστες προσφέρουν φανταστικές αρμονίες, βαριά και σκληρά riffs και κυρίως απολαυστικά μελωδικά σόλο διαρκείας με αρκετές εναλλαγές μεταξύ τους. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η απόδοση του Grosskopf, με το μπάσο του να έχει ουσιαστικό ρόλο, όπως και του Schwichtenberg, με τον φρενήρη και καταιγιστικό ρυθμό του στα τύμπανα. Και φυσικά, πάνω απ΄ όλα ξεχωρίζουν τα υψίφωνα φωνητικά του Kai Hansen, τραχιά, με χαρακτηριστική τσιρίδα και ίσως ψιλοπαράφωνα σε κάποια σημεία αλλά τόσο ιδιαίτερα που αποτελούν το σήμα κατατεθέν της μπάντας.
| Οι Helloween 40 χρόνια πίσω |
Πριν πάμε στα τραγούδια να σταθούμε και στο εντυπωσιακό εξώφυλλο του δίσκου, που απεικονίζει το τέρας που έβγαινε μέσα από την κολοκύθα στο Mini LP,να γκρεμίζει με γροθιά τα τείχη της Ιεριχούς και να πετάει τους φρουρούς από τις επάλξεις. Το συγκεκριμένο τέρας δεν θα ξαναφανεί σε εξώφυλλο των Helloween αλλά θα γίνει, 10 χρόνια μετά, η μασκότ των Gamma Ray, του σχήματος του Kai Hansen, από το τέταρτό τους άλμπουμ, Land of the Free και μετά, όταν θα αναλάβει ο Hansen τα φωνητικά.
Περνώντας στην ουσία, το άλμπουμ ξεκινάει με τo ομώνυμο, Wall of Jericho, μια εισαγωγή όπου ακούγονται εφέ από σάλπιγγες με τη γνωστή μελωδία Happy happy Helloween και στη συνέχεια τείχη να καταρρέουν, παραπέμποντας στη γνωστή βιβλική ιστορία των τειχών της Ιεριχούς και καπάκι μπαίνει το πιο γνωστό τραγούδι της πρώιμης περιόδου της μπάντας, το κλασικό Ride the Sky. Ωμό, επιθετικό, τραχύ με συναυλιακό ρεφρέν και καταιγιστικό σολάρισμα διαρκείας, ένα εμβληματικό power metal κομμάτι που ακόμα και σήμερα περιλαμβάνεται στο setlist της μπάντας.
Ακολουθεί, ρίχνοντας λίγο την ταχύτητα, το Reptile, με βαρύ ρυθμό και μετά έχουμε το Guardians, με δυστοπικούς στίχους σχετικά με μια μελλοντική ελεγχόμενη κοινωνία, που κατά τη γνώμη μου είναι το καλύτερο του δίσκου και πιστεύω καλύτερο και από το Ride the Sky, με μεγαλειώδες επικό ρεφραίν και εντυπωσιακά σόλο. Στο στυλ των Ride the Sky και Guardians ακολουθούν τα Phantoms of Death και Metal Invaders, πολύ καλά κομμάτια με το τελευταίο να έχει εμπνεύσει και τον τίτλο τίμιου metal περιοδικού που κυκλοφορούσε στη χώρα μας από τα τέλη του 1996 (ως επίσημο έντυπο) έως το 2001, αν θυμάμαι καλά.
Gorgar για συνέχεια, «ογκώδες» μεσαίας ταχύτητας σύνθεση, που ο τίτλος της δίνει την εντύπωση ότι αναφέρεται σε κάποιο τέρας αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αφορά τον εθισμό στα τυχερά παιχνίδια, με το Gorgar να είναι το όνομα ενός φλίπερ! Σειρά έχει το Heavy Metal (is the Law), τραγούδι-δήλωση, εμπλουτισμένο με εφέ ζωντανής εμφάνισης και με πρωτότυπο break στη μέση του όπου ο Hansen τραγουδάει το ρεφρέν και απαντάει αντίστοιχα το υποτιθέμενο κοινό και το άλμπουμ κλείνει με άλλη μια τεράστια σύνθεση, το How many Tears, προσωπικά το δεύτερο καλύτερο κομμάτι του δίσκου μετά το Guardians, με χαρακτηριστικό μελωδικό ρεφρέν.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε και το Judas, ένα πολύ καλό κομμάτι που κυκλοφόρησε ως αυτόνομο single με τα Guardians και Ride the Sky σε live εκτέλεση στη δεύτερη πλευρά. Αυτό το κομμάτι μαζί με τα πέντε του ομώνυμου Mini LP κυκλοφόρησαν σε μεταγενέστερη , CD έκδοση του Walls of Jericho.
To Walls of Jericho, έκανε μεγάλη αίσθηση την εποχή που κυκλοφόρησε, κάτι αρκετά λογικό αφού ήταν ένα πρωτοποριακό άλμπουμ για την εποχή του και εισήγαγε ένα νέο παρακλάδι στο χώρο του metal. Μπορεί τα δυο Keepers να κατέχουν τον τίτλο των καλύτερων άλμπουμ της μπάντας και των πιο επιδραστικών του είδους, όμως το Walls of Jericho ήταν η αρχή των πάντων στον χώρο και διεκδικεί τα πρωτεία ως η βάση πάνω στην οποία χτίστηκε ολόκληρο το ευρωπαϊκό power metal. Γι’ αυτό και θα κατέχει πάντα περίοπτη θέση στη Βίβλο του metal και στην καρδιές των metal οπαδών.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ
13/8/25

Δημοσίευση σχολίου