Με μια καριέρα που ξεπερνά τα 56 χρόνια και μια δισκογραφία που φέτος συμπληρώνει 30 studio δίσκους, ο Alice Cooper έρχεται στις 10 Ιουλίου για ακόμα μια φορά στη χώρα μας, την 5η συνολικά. Και παρ όλα τα 77 χρόνια του, ο πήχης είναι ανεβασμένος ψηλά, ειδικά μετά την ε-ξ-α-ι-ρ-ε-τ-ι-κ-η εμφάνισή του τον Ιούλιο του 2022 στο ΟΑΚΑ με τους Scorpions. Λίγες ημέρες πριν την 5η εμφάνισή του, ο Rockmachine.gr σας παρουσιάζει ΟΛΟΚΛΗΡΗ τη δισκογραφία του, δίσκο προς δίσκο, σε ένα άρθρο που έγραψαν οι Κωνσταντίνος Κουζήγιαννης και Αλέξανδρος Ριχάρδος. Εκτός από τα studio άλμπουμ, κάναμε μια αναγκαία επιλογή των live άλμπουμ τους αλλά και των VHS/DVD, επιλέγοντας τα καλύτερα(σ.σ. δηλαδή ο Alice Cooper έχει και μέτριες δουλειές;).
Έως και το Dirty Diamond, τα κείμενα γράφτηκαν από τον Αλέξανδρο Ριχάρδο και από το Along Came A Spider έως και το Road από τον Κωνσταντίνο Κουζηγιάννη.
Το δισκογραφικό ξεκίνημά τους γίνεται στο μακρινό 1969 όταν κυκλοφόρησαν Pretties for You (1969,No 193 Αμερική), ένα πειραματικό και μάλλον χωρίς ταυτότητα άλμπουμ με πολλά στοιχεία ψυχεδέλειας, electronic, πειραματισμών, που πέρασε απαρατήρητο. Στην ουσία ήταν ένα συνονθύλευμα, τότε το ονομάζαμε avant garde αλλά στην ουσία…δεν ακουγόταν. Το εξώφυλλο κοσμεί ένας πίνακας ζωγραφικής του Edward Beardsley ο οποίος ήταν κρεμασμένος στο σαλόνι του σπιτιού του Zappa κι σύμφωνα με τη γυναίκα του Gail, τους τον έκλεψαν!
H εμπορική αποτυχία του Pretties for you, δεν πτόησε τον Frank Zappa που εξακολουθούσε να τους πιστεύει και το 1970 κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ τους με τίτλο Easy Action, με τον τίτλο να προέρχεται από μια ατάκα που ακούστηκε στην ταινία West Side Story. Κι αυτό απέτυχε εμπορικά με τον ντράμερ Neal Smith να ρίχνει το φταίξιμο στον παραγωγό David Briggs (είχε δουλέψει με τον Neil Young σε 18!!! άλμπουμ του), λέγοντας ότι δεν του άρεσε ούτε η μουσική τους ούτε οι ίδιοι, λέγοντας του ότι παίζουν Psychedelic Shit.
Με τα 2 αποτυχημένα προηγούμενα άλμπουμ και το κυριότερο, την ανυπαρξία μουσικής πυξίδας, κανείς δεν φανταζόταν ότι το Love it to Death(1971) θα ήταν πολύ καλύτερο. Σίγουρα δικαιούται τον τίτλο του πρώτου πραγματικά κλασικού άλμπουμ των Alice Cooper, αφήνοντας πίσω του δύο μάλλον πειραματικά και μουσικά αόριστα εστιασμένα άλμπουμ. Το I’m Eighteen, ήταν το Smell like teen spirit εκείνης της γενιάς, με τον Vincent Furnier να έχει μεταμορφωθεί σε μια φιγούρα)ή χαρακτήρα) που όλοι ήθελαν να γίνουν φίλοι του αλλά όχι να κάνει παρέα η κόρη τους. Κι αυτό το The Ballad Of Dwight Fry, έχει κάτι που κάθε φορά που το ακούω, με στοιχειώνει!
Με το φίδι να έχει κάνει την παρουσία του και τα ΜΜΕ στην Αμερική αλλά και στην Ευρώπη να αφιερώνουν άρθρα για το αμερικάνικο συγκρότημα, εκείνο που χρειαζόντουσαν είναι μια καλή συνέχεια, που ήλθε με την κυκλοφορία του Killer(1971, Νο21 Αμερική), βγάζοντας τραγούδια σαν τα Under My Wheels που είναι το αγαπημένο μου από τη δισκογραφία τους, αλλά και τα Be My Lover και Halo of Flies.
Η θεατρική σκηνική παρουσία, εμφάνιζε τον Alice Cooepr σαν ανδρόγυνη προσωπικότητα, με τον βόα να τυλίγεται επάνω του και να προκαλεί κοινό, φωτογράφους και δημοσιογράφους. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Alice, hη ιδέα του βόα προήλθε από μια νεαρή γυναίκα μπήκε σε συναυλία τους στη Φλόριδα με ένα Boa Constrictor κουλουριασμένο γύρω από το χέρι της. Όλοι τρόμαξαν αλλά από εκείνη τη γυναίκα ξεκίνησε η ιδέα της χρήσης ενός φιδιού στη σκηνική παράσταση. Το 1971 το συγκρότημα έκανε την πρώτη του περιοδεία headliner. Μένοντας στα τραγούδια του Killer, το Desperado γράφτηκε για τον Jim Morrison, που πέθανε τη χρονιά που κυκλοφόρησε το άλμπουμ αλλά σε μεταγενέστερη συνέντευξή του είπε ότι το τραγούδια γράφτηκε για τον ηθοποιό Robert Vaughn και την εμφάνισή του στην κλασική ταινία The Magnificent Seven. Το περίεργο Halo of Flies γράφτηκε σαν μια προσπάθεια να αποδείξουν ότι μπορούν να γράψουν τραγούδα σαν τους King Crimson (σ.σ. ευτυχώς δεν τα κατάφεραν!), ενώ οι στίχοι του Dead Babies μιλούν για την κακοποίηση παιδιών. Το Killer συνέχισε από εκεί που σταμάτησε το Love it to death και σίγουρα ήταν πιο ολοκληρωμένο και πιο σφιχτό από τον προκάτοχό του.
Βρίσκομαι στη σπίτι ενός φίλου, στην οδό Κύπρου στην Πατησίων, στο κομμάτι της πάνω από την Πατησίων και από το ραδιόφωνο, από τις διαφημιστικές εκπομπές των δισκογραφικών εταιρειών που μεταδιδόντουσαν κάθε Τετάρτη και Σάββατο απόγευμα, ακούω το School’s Out! Αυτό ήταν, την άλλη ημέρα αγόρασα το άλμπουμ (τότε κυκλοφορούσαν και μικροί δίσκοι στην ελληνική αγορά). Σαν γενικό άκουσμα, τo βρήκα άνισο άλμπουμ (1972, No2 USA, No 4 UK), με μια θρυλική κομματάρα, που πήγε στο Νο1 των μικρών δίσκων στην Μ.Βρετανία και από εκεί και πέρα 7 τραγούδια εντελώς παράταιρα μεταξύ τους. Το επόμενο ήταν το κλασικό Billion Dollar Babies(1973, Νο1 Αμερική, Νο1 Μ.Βρετανία) με τους στίχους να αναφέρονται σε θέματα νεκροφιλία, τρόμου ακόμα και σεξουαλικής παρενόχλησης. Η συνολική διάρκεια του ήταν 41, που έως τότε ήταν η μεγαλύτερη διάρκεια δίσκου βινυλίου. Μέρη των τραγουδιών ηχογραφήθηκαν στο Morgan Studios του Λονδίνου για αυτό στο ομώνυμο τραγούδι, φωνητικά κάνει ο Donovan, με την παραγωγή να είναι και πάλι του Bob Ezrin. Ένα αναπάντεχο πρόβλημα υγείας του Glen Buxton (παγκρεατίτιδα η οποία προήλθε μετά από μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ), τις κιθάρες παίζουν οι Dick Wagner και Steve Hunter(και οι 2 κιθαρίστες του Lou Reed που τους έφερε ο Erzin). Οι στίχοι του ομώνυμο τραγουδούν αναφέρονται στο ίδιο το συγκρότημα και την έκπληξή του για την επιτυχία του School’s Out. To άλμπουμ έβγαλε μια μεγάλη, το Elected(Νο 26 Αμερική, Νο 4 Μ.Βρετανία) το οποίο το 1992 διασκεύασε ο Rowan Atkinson (Mr. Bean) με φωνητικά του Bruce Dickinson!!!
Από τα αγαπημένα μου άλμπουμ το Muscle of Love(1973), έκανα πολλά χρόνια ώσπου να το βρω στην αρχική του χαρτονένια συσκευασία. Το ομώνυμο τραγούδι είναι ένα από τα αγαπημένα μου όπως και το Teenage Lament’74. Αν διαβάζετε καθημερινά Rockmachine.gr, θα ξέρετε ότι το The Man with the Golden Gun προοριζόταν για την αντίστοιχη ομότιτλη ταινία του James Bond. Αλλά η μαγκιά, δεν ήταν να ακουστεί το τραγούδι στην ταινία, αλλά να εμφανιστεί ο Alice Cooper. Κανένα από τα 2 δεν συνέβη! Tο Billion Dollar Babies είναι αναμφίβολα το καλύτερο και μακράν πιο επιτυχημένο άλμπουμ της πρώτης περιόδου του Alice Cooper, με τον τίτλο να αποτελεί ένα αυτοσαρκασμό, αποκαλώντας τους εαυτούς τους Billion Dollar Babies λόγω της αναγνωρισιμότητας αλλά και των τεράστιων εσόδων που είχαν ξαφνικά. Τα Elected, Million Bollar Babies και No More Mr. Nice Guy υπέγραψαν τη διαχρόνικότητα του.
Τα ωραία συγκροτήματα, άσχημα διαλύονται. Κάτι τέτοιο, συνέβη και την άνοιξη του 1974 όταν ο Vincent Furner (Alice Cooper) αποφάσισε να προχωρήσει σε προσωπική καριέρα, αφήνοντας το συγκρότημα, κάνοντας ακόμα πιο θεατρική τη σκηνική του παρουσία. Βέβαια οι υπόλοιποι δεν εγκατέλειψαν τη μάχη, διεκδικώντας πρώτα από όλα το όνομα του συγκροτήματος το οποίο είχε οικειοποιηθεί ο Furnier, σε βαθμό που υπήρχε κόσμος που πίστευε ότι ήταν το πραγματικό του όνομα. Τελικά ο Furnier κατόρθωσε να κρατήσει το όνομα με τους Neal Smith, Dennis Dunaway και Michael Bruce να σχηματίζουν τους Billion Dollar Babies που κυκλοφόρησαν ένα και μοναδικό άλμπουμ με τίτλο Battle Axe (1977), το οποίο πέρασε και δεν άγγιξε.
To Welcome to my Nightmare ήταν το πρώτο προσωπικό του άλμπουμ, πάλι με παραγωγό τον Bob Erzin, με concept στιχουργικό περιεχόμενο, κάτι που στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας ήταν πολύ της μόδας. Οι στίχοι του αναφέρονται στους εφιάλτες ενός νεαρού, του Steven που είναι ο κεντρικός χαρακτήρας, με γνωστή βέβαια την αγάπη του Alice Cooper(ή προτιμάτεVincent Furner;) στις ταινίες τρόμου.
Πολλά χρόνια αργότερα, ο ίδιος περιέγραψε το άλμπουμ σαν ένα συνδυασμό West Side Story και ιστορίας τρόμου!!! Μπορεί το άλμπουμ να έβγαλε μια μεγάλη επιτυχία, το Only women bleed(σ.σ. οι στίχοι αναφέρονται σε ένα αποτυχημένο γάμο), μπορεί να έβγαλε τραγούδια σαν τα Department of Youth, Black Widow και το ομώνυμο, όμως η κομματάρα είναι το Steven που μπορεί να μη κυκλοφόρησε σε single, αλλά είναι το καλύτερο τραγούδι του δίσκου. Πολύ σωστά, ο Alice Cooper χαρακτήρισε το άλμπουμ σαν soundtrack χωρίς ταινία! Με χρονική διαφορά μόλις κάτι λιγότερο από ένα χρόνο, κυκλοφορεί το δεύτερο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο Alice Cooper Goes to Hell (ή σκέτο Goes to Hell, No 27 USA, No 23 UK) και πάλι με τον Dick Wagner στην κιθάρα και τον Bob Ezrin στην παραγωγή. Η επιτυχία του άλμπουμ ήταν η μπαλάντα I Never Cry, που αναφερόταν στα προβλήματα που αντιμετώπιζε με το ποτό και σε ένα χρόνο θα έστελνε τον καλλιτέχνη σε κέντρο αποτοξίνωσης, επηρεάζοντας την μετέπειτα καριέρα του . Ο ίδιος αποκάλεσε το τραγούδι «μια αλκοολική εξομολόγηση».
Ακολούθησε το Lace and Whiskey(1977, No42 USA, No 33 UK) το αγόρασε πολλά χρόνια μετά την κυκλοφορία του, από ένα περίπτερο με μεταχειρισμένους δίσκους στο Rockwave! Εδώ έχουμε τον Alice Cooper να αλλάζει τακτική κι από σκοτεινή και δυσοίωνη περσόνα, μεταμορφώνεται σε έναν κωμικό, στο ίδιο πνεύμα με τον Επιθεωρητή Clouseau. Στυλιστικά το άλμπουμ είναι επηρεασμένο από την αγάπη του Cooper για τις ταινίες και τη μουσική των δεκαετιών του 1940 και του 1950.
Το πρώτο single του άλμπουμ, You and Me, μια όμορφη μπαλάντα που του χάρισε την τελευταία επιτυχία top 10 των ΗΠΑ για δώδεκα χρόνια. Δεύτερο single ήταν το (No More) Love at Your Convenience, ένα ποπ τραγούδι εμπνευσμένο από την ντίσκο, αλλά απέτυχε εμπορικά.
Με τις κυκλοφορίες η μια να διαδέχεται την άλλη, το Νοέμβριο του 1978 κυκλοφόρησε το τέταρτο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο From the Inside (No60 USA, No 68 UK), ένα concept άλμπουμ για την παραμονή του Cooper σε άσυλο στη Νέα Υόρκη λόγω του αλκοολισμού του. Κάθε ένας από τους χαρακτήρες στα τραγούδια βασίστηκε σε πραγματικά άτομα που γνώρισε ο Cooper στο άσυλο. Μεταξύ άλλων συνεργατών, το άλμπουμ περιλαμβάνει τρεις μακροχρόνιους συνεργάτες του Elton John: τον στιχουργό Bernie Taupin, τον κιθαρίστα Davey Johnstone και τον μπασίστα Dee Murray. Πρώτο single ήταν η δυνατή μπαλάντα How You Gonna See Me Now(Νο.12 Αμερική). Καλό άλμπουμ που μπορούσε να είχε καλύτερη τύχη.
Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 80
Η δεκαετία του 80 ήταν η χειρότερη περίοδος του Alice Cooper, αφού το σοβαρό πρόβλημα με το αλκοόλ, είχε σχεδόν καταστρέψει την καριέρα του. Έπρεπε να περάσουν 6 χρόνια για να κυκλοφορήσει το Constrictor και σταδιακά να αρχίσει να παίρνει την επάνω βόλτα. Πρώτη κυκλοφορία του τη νέα δεκαετία, το Flush the Fashion(1980, No44 USA, No 56 UK), με παραγωγό τον Roy Thomas Baker(Queen/Cars). Μουσικά, το άλμπουμ ήταν μια δραστική αλλαγή, αφού αποφάσισε να κλίνει προς το new wave,που τότε ακουγόταν πολύ. Η διάρκεια του μόλις 28 λεπτά, η μικρότερη από οποιοδήποτε άλλο άλμπουμ του. Να θεωρήσω ότι και η αισθητική του εξώφυλλου, είναι στο πλαίσιο αλλαγών της δεκαετίας του 80;
Παρ όλη την ολοένα και αυξανόμενη κακή προσωπική του κατάσταση, τον επόμενο χρόνο, το 1981 κυκλοφόρησε το Special Forces(Νο125 Αμερική, Νο96 Μ.Βρετανία) με παραγωγό τον Richard Podolor, γνωστότερο για τη δουλειά του με τους Three Dog Night. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιδιάζουσα περίσταση, . Τα άλλα 2 είναι τα Zipper Catches Skin (1982) και DaDa (1983). Το Zipper Catches Skin (1982, δεν μπήκε στα charts Μ.Βρετανίας και Αμερικής) με τον ήχο να στρέφεται και πάλι προς το new wave, κρατώντας στοιχεία από τον κλασικό του ήχο. Η συμμετοχή του κιθαρίστα Mike Pineda των Blues Image, δεν έσωσε την κατάσταση. Η κόκκινη γραμμή στο εξώφυλλο, είναι το …αίμα της βοηθού του !!!! Τρίτο και τελευταίο άλμπουμ της blackout περιόδου του, το Dada(1983, No 93 UK) όπου σηματοδότησε την επιστροφή του Bob Ezrin στην παραγωγή, αλλά ο δίσκος δεν σώθηκε. Το DaDa ήταν το τελευταίο άλμπουμ για την Warner η οποία δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένη από τις πωλήσεις και δεν το προώθησε. Μοναδικό αξιόλογο σημείο, το εξώφυλλο που είναι πίνακας του Salvador Dali με τον οποίον ο Alice Cooper ήταν φίλος.
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Μεσολαβούν 3 χρόνια στα οποία έκανε σοβαρή προσπάθεια αποτοξίνωσης, με παραγωγούς τους Beau Hill και Michael Wagener, μπαίνει στο studio και πραγματικά αναβαθμισμένος, κυκλοφορεί το Constrictor (1986,Νο51 Αμερική, Νο 49 Μ.Βρετανία) ήταν το πρώτο άλμπουμ του Alice Cooper με τον Kane Roberts στην κιθάρα, Kip Winger στο μπάσο(ο γνωστός Winger των…Winger!) και ο David Rosenberg στα ντραμς. Ένας κι ένας! Κι επειδή τίποτε δεν είναι τυχαίο, ο Πρίγκηπας του Σκότους φαίνεται να αφήνει πίσω του το …Βαθύ Σκοτάδι και να δείχνει έντονα σημάδια ανάκαμψης. Προσέξτε ότι μετά τα καταβαθρομένα 4 προηγούμενα άλμπουμ, το Constrictor επανέκαμψε κι εμπορικά με μπροστάρηδες τα He’s Back (The Man Behind the Mask), που γράφτηκε για την ταινία Friday the 13th Part VI: Jason Lives και Teenage Frankenstein. Μέσα σ όλα ο Kip Winger διαμαρτυρήθηκε ότι το επώνυμό του γράφτηκε λανθασμένα στα credits του άλμπουμ( Wringer).
Αν το Constrictor ήταν μια καλή προσπάθεια να επανακάμψει, το Raise Your Fist and Yell(1987, Νο73Αμερική, Νο 48 Μ.Βρετανία) πιστοποίησε ότι οι σκοτεινές ημέρες, ανήκουν στο παρελθόν. Η μπάντα του, όλοι ένας κι ένας: Kane Roberts κιθάρα, Kip Winger μπάσο/φωνητικά, Paul Taylor πλήκτρα (κι αυτός αργότερα στους Winger) κι ο πυροβολητής Ken K. Mary στα ντραμς και παραγωγός ο Michael Wagener, βρίσκονται απέναντι στο PRMC, με τραγούδια σαν το Freedom αλλά και το Lock Me Up, που συμμετέχει κι ο ηθοποιός Robert Englund, που ενσάρκωνε τον Freddy Krueger.
Κι εν μέσω μιας πραγματικά heavy metal ανάτασης, με τους δίσκους των Poison, Whitesnake, L.A Guns, Kingdom Come(σ.σ. μην μου πείτε ότι δεν σας άρεσε ο πρώτος δίσκος τους;) Van Halen, David Lee Roth, Dokken αλλά και τόσων άλλων, ο Alice Cooper και ο manager του, αποφασίζουν να ανακατέψουν εντελώς την τράπουλα και χτυπούν μεγάλες πόρτες με πρώτη και καλύτερη αυτή του Desmond Child που σε 9 από τα 10 τραγούδια του Trash,εμφανίζεται σαν συν-συνθέτης! Στο Trash(1989, No 20 USA, No 2 UK) ακούμε πιασάρικα riffs, κολλητικά πολυφωνικά ρεφραίν, μελωδικά σόλο και αρκετά πλήκτρα που άλλες φορές εμπλουτίζουν διακριτικά τα κομμάτια και άλλες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, με το άλμπουμ να δίνει νέα πνοή στην καριέρα του, προσαρμόζοντάς την στο στυλ της μουσικής που επικρατούσε εκείνη την εποχή, το εμπορικό μελωδικό hard rock/hair metal. Όπως αποδείχτηκε, ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ της καριέρας του. Απορίας άξιο, πως αυτός ο πολύ καλός δίσκος, σταμάτησε στο Νο 20 του αμερικάνικου chart πουλώντας μόνο 2.000.000 αντίτυπα.
Αναγκαστικά, το Hey Stoopid(1991, Νο 47 USA, No 4 UK), βρέθηκε στη σκιά του προκατόχου του και δυστυχώς πολλοί θεώρησαν (σ.σ. όπως εγώ) ότι ήταν μια συνέχεια του Trash. Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια, για να το αξιολογήσω σωστά και να καταλήξω ότι τουλάχιστον είναι ισάξιο του προκατόχου του. Μουσικά, ακολουθεί το δρόμο του μελωδικού εμπορικού hard rock που κυριαρχούσε τότε, αλλά και με τραγούδια κοντά στο ένδοξο σκοτεινό παρελθόν του. Με τη μουσική να έχει αλλάξει ρότα, το The Last Temptation (1994,No68 USA, No 6UK), τηλεφωνεί στους φίλους του Jack Blades και Tommy Shaw (αμφότεροι στους Damn Yankees αλλά και Night Ranger/Styx, αντίστοιχα) και Jim Vallance (συνεργάτης Bryan Adams) για να κλείσει μια άτυπη τριλογία (σ.σ. δεν ξέρω αν αυτός ην είδε έτσι!). Βροντερή έκπληξη η συμμετοχή του Chris Cornell στα Stolen Prayer και Unholy War. Αν δεν ξέρετε, βρείτε μόνοι σας ποιος είναι ο Chris Cornell. Για να σας ιντριγκάρω, μαζί του παίζουν και οι Greg Smith μπάσο, Derek Sherinian πλήκτρα κι ο session κιθαρίστας Stef Burns.
Ο ALICE COOPER ΣΤΗ ΝΕΑ ΧΙΛΙΕΤΙΑ
Ακολουθεί μια σιωπή 6 ετών(!) όπου κυκλοφόρησαν συλλογές, box set και live για να φθάσουμε στο Brutal Planet (2000, Νο193 Αμερική, Νο 38 Αμερική) με τον Alice να έχει απομακρυνθεί από τον μελωδικό hard tήχο, προσεταιριζόμενος την καινούργια σκηνή του industrial. Μαζί του οι κιθαρίστες, Ryan Roxie, Phil X (Theofilos Xenidis) και China, ο Eric Singer ντραμς κι ο Bob Marlette μπάσο/πλήκτρα. Πολιτικοποιημένοι στίχοι, έχουν αφήσει πίσω τα House of Fire και Bed of Nails, με τα στιχουργικά θέμα τα να αναφέρονται στην αμερικάνικη καθημερινότητα (ενδοοικογενειακή βία, ψυχοπαθητική συμπεριφορά, πόλεμο, κατάθλιψη/αυτοκτονία αλλά και το μόνιμο πρόβλημα πυροβολισμών σε σχολεία. Την ίδια λογική, μουσικά και στιχουργικά ακολούθησε και στο επόμενο άλμπουμ που ήταν το Dragontown (2001, Νο 197Αμερική, Νο 87 Μ.Βρετανία), που ήταν το πρώτο του άλμπουμ που ΔΕΝ έβγαλε single. Προσέξτε τίτλους άλμπουμ, Brutal Planet και Dragontown οι τίτλοι μιλούν μόνοι τους. Το Σεπτέμβριο του 2003 κυκλοφορεί το The Eyes of Alice Cooper (Νο184 Αμερική), με τους Eric Dover και Ryan Roxie να παίζουν κιθάρες, τον Chuck Garric μπάσο, τον Eric Singer ντραμς, τον παλιόφιλό του Wayne Kramer τωνMC5 κιθάρα και την όμορφη κόρη του Calico Cooper να κάνει φωνητικά. Έκλεισε ο κύκλος των σκοτεινών Brutal Planet και Dragontown και επέστρεψε στο παλιό καλό hard rock, εποχής The Last Temptation, αλλά το τραίνο της εμπορικότητας (σ.σ να πουλήσουμε και κανένα δίσκο!) είχε φύγει. Καλά άλμπουμ αλλά χωρίς κάτι ξεχωριστό. Πάντως αυτό το «The eyes of Alice Cooper” το έχω σε..καπέλο. Το 2005 με την κυκλοφορία του Dirty Diamonds, επανέρχεται έστω και σε χαμηλή θέση στο Νο169 του αμερικάνικου chart πωλήσεων μεγάλων δίσκων, ξεκολλώντας από τις θέσεις κοντά στο Νο 200 (Brutal Planet, Dragontown, The Eyes of Alice Cooper). Μουσικά ακούγεται σαν συνέχεια του Eyes of…με το παρ΄ολίγο hit, Womanof Mass Destruction να θυμίζει ημέρες 1989. Καλό άλμπουμ που δεν πέρασε στον κόσμο…
Στο Along Came A Spider(2008 No 53 USA, No 31 UK) ο Alice δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας και στίχων. Hard rock κομμάτια που συνδυάζονται με ένα δυνατό horror story. Κεντρικός χαρακτήρας είναι ο μανιακός δολοφόνος ονόματι Spider, που δολοφονεί και διαμελίζει γυναίκες για να φτιάξει μια αράχνη συγκεντρώνοντας τα πόδια τους. Παρά το μακάβριο θέμα του, ο δίσκος απέσπασε πολύ θετικές κριτικές και βοήθησε τον Alice να ανεβεί στα charts ξανά για πρώτη φορά μετά από 17 χρόνια. Στο Vengeance Is Mine συμμετέχει ο Slash, ενώ στο Wake The Dead, ο Ozzy που βάζουν τις δικιές τους πινελιές. Κουβαλώντας στην πλάτη του ένα πολύ βαρύ όνομα και αναγκαστικά βάζει τον ακροατή στη διαδικασία να συγκρίνει με τον αυθεντικό εφιάλτη, το Welcome 2 my Nightmare (2011, No 22 USA) δεν τα πήγε καθόλου άσχημα. Επιστρατεύεται ξανά ο Bob Ezrin που είχε κάνει την παραγωγή και στον πρώτο εφιάλτη και συνεχίζουν από εκεί που σταμάτησαν. Πολύ όμορφες συνθέσεις με τα: I Am Made Of You, Last Man On Earth, What Baby Wants και Under The Bed να ξεχωρίζουν. Στα χνάρια της αρχικής ιδέας, ο Alice δεν λέει να αφήσει ήσυχο τον Steven και τον πετάει ξανά μέσα σε ένα νέο εφιάλτη. Δαίμονες και τέρατα τον κυνηγούν και ο μικρός μας ήρωας βασανίζεται, προσπαθώντας να ξεφύγει όπου και τελικά τα καταφέρνει... ή ίσως και όχι. Το τέλος αφήνει τον ακροατή με την απορία για το τι ακριβώς συμβαίνει στην ιστορία μας και ο Alice δημιουργεί ένα ακόμα πάρα πολύ καλό δίσκο αλλά λίγοι το κατάλαβαν.
Ο Alice σε συνεργασία με τον παραγωγό Bob Ezrin, δημιουργούν ένα δίσκο που επιστρέφει στις ρίζες του ‘70 αλλά με πολύ σύγχρονο ήχο. Το Paranormal (2017, No 32 USA, No 6UK), περιέχει 12νέα πιασάρικα και κιθαριστικά κομμάτια, από τα οποία ξεχωρίζουν τα: Paranoiac Personality, Dead Flies, Fireball αλλά και το ομώνυμο του δίσκου. Έχουμε μάλιστα guest συμμετοχές από τους Larry Mullen Jr των U2, Roger Glover από τους Deep Purple και τον Billy Gibbons από τους ZZ Top. Η μεγάλη έκπληξη είναι βέβαια στα τραγούδια Rats, Genuine American Girl και You And All Of Your Friends στα οποία συμμετέχει η original Alice Cooper band. Συγκεκριμένα αυτή είναι η δεύτερη φορά που οι Michael Bruce, Dennis Dunaway και Neal Smith συμμετέχουν σε solo δίσκο του Alice Cooper, με την αρχή να έχει γίνει 6 χρόνια πριν στο Welcome 2 My Nightmare. Από τους πιο συμπαθητικούς δίσκους του Alice των τελευταίων ετών. Με την κυκλοφορία του Detroit Stories(2021, Νο47 Αμερική, Νο4 Μ.Βρετανία), ο Alice αποδίδει φόρο τιμής στην πόλη που τον ανέδειξε. Συνεργάζεται για μία ακόμα φορά με τον παραγωγό Bob Ezrin αλλά και το original Alice Cooper group και γράφει ένα δίσκο γεμάτο με κομμάτια στο ύφος της 70’s Blues/Rock σκηνής του Detroit. Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου, θα πέσει να σε πλακώσει λένε και ο Alice στο δίσκο αυτό καταφέρνει με ευκολία να τιμήσει το Detroit με κομμάτια που φέρουν την υπογραφή του και παράλληλα κουβαλάνε τον χαρακτήρα του.
Το Road (2023, No 160 USA, No 8 UK) είναι ένας από τους καλύτερους δίσκους του από το 2000 και μετά που ηχογραφήθηκε με τη μπάντα που τον πλαισιώνει στα live του. Το θέμα του δίσκου είναι οι ιστορίες των περιοδειών με όλο το κλασσικό χιούμορ που υπάρχει σχεδόν πάντα στις δουλειές του Alice. Η παρθενική εμφάνιση της Nita Strauss σε studio album του Alice είναι εκπληκτική, με κορυφαία κατ’εμέ, στιγμή στο Big Goodbye που είναι και το μεγάλο hit του δίσκου. Ο φοβερός Kane Roberts κάνει guest εμφάνιση στο Dead Can Dance και προσφέρει τις κιθαριστικές του ικανότητες.
TA LIVE
Το πρώτο live που κυκλοφόρησε ήταν το The Alice Cooper Show (1977, Νο 131 Αμερική), που ηχογραφήθηκε στο Aladdin Hotel του Las Vegas, κατά τη διάρκεια τηςKing of the Silver Screen toure United States tour. Πριν κάνει τη συναυλία που ηχογραφήθηκε, ήταν εξαντλημένος από τις συνεχείς περιοδείες, ηχογραφήσεις και το ποτό αλλά οι συμβατικές υποχρεώσεις ήταν τέτοιες που τον υποχρέωσαν να το κάνει. Στα 11 τραγούδια του βινύλιου, έχει συμπεριλάβει τις καλύτερες στιγμές του έως εκείνη την περίοδο αν και οι live ηχογραφήσεις, δεν διαφέρουν καθόλου από τις studio.
![]() |
Οι...πυροβολημένοι! |
Κυκλοφορώντας το 1997, το A Fistful Of Alice είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό live album – είναι μια ηχητική γιορτή, ένα all-star party με οικοδεσπότη τον αδιαμφισβήτητο άρχοντα του shock rock! Ηχογραφημένο στο περίφημο Cabo Wabo Cantina του Sammy Hagar, το άλμπουμ αποθανατίζει μια μοναδική βραδιά, όπου ο Alice παίζει τα κλασικά του κομμάτια με ενέργεια που ξεχειλίζει, σαν να ήρθε κατευθείαν από τα ‘70s για να μας τραντάξει. Το κερασάκι στην τούρτα; Οι καλεσμένοι! Ο Slash προσθέτει το χαρακτηριστικό του παίξιμο, ο Rob Zombie φέρνει σκοτάδι και γρέζι στο Feed My Frankenstein, και ο Sammy Hagar βάζει τις δικές του πινελιές στο School’s Out. Κι αν όλα αυτά δεν είναι αρκετά, η συναυλία αυτή σηματοδοτεί και την πρώτη εμφάνιση του Ryan Roxie με τον Alice – ενός κιθαρίστα που έμελλε να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της μελλοντικής του μπάντας και αγαπημένος των fans. Το A Fistful Of Alice δεν είναι απλώς ένα live album – είναι μια ωδή στη διαχρονικότητα του Alice Cooper, στο μεγαλείο του classic rock και στην απόλαυση του να βλέπεις έναν καλλιτέχνη να μοιράζεται τη σκηνή με φίλους και… φαντάσματα του παρελθόντος.
Καλώς ήρθατε στον σκοτεινό 21ο αιώνα του Alice Cooper! Το Brutally Live(2000) είναι ένα θεατρικό show γεμάτο φρίκη, χιούμορ και εκτελέσεις που σε αρπάζουν από τον λαιμό. Ο Alice εμφανίζεται πιο ανανεωμένος από ποτέ – σέρνει κούκλες, απειλεί γιατρούς, πετάει αίματα και τραγουδάει με πάθος κάθε τραγούδι. Το σκηνικό είναι gothic-industrial, η μπάντα του άψογη και το κοινό ενθουσιασμένο βλέποντας τον αναγεννημένο (ξανά) Alice. Ένα live που ισορροπεί τέλεια ανάμεσα στο rock και το Broadway, αποδεικνύοντας πως ο «πατέρας του shock rock» δεν γερνάει – απλά γίνεται πιο τρομακτικός. Και μας αρέσει έτσι.
To Live at Montreux 2005 (2006), κυκλοφόρησε σε DVD/CD και το 2014 σε 2πλό βινύλιο με τίτλο ‘Live In Switzerland 2005’. Ηχογραφήθηκε τον Ιούλιο του 2005 στο Montreux Jazz Festival της Ελβετίας κατά τη διάρκεια της Dirty Diamonds World Tour και περιλαμβάνει ένα καλό συνδυασμό παλιών αλλά και καινούργιων επιτυχιών του. Τέλος, το Live from the Astroturf(2018) των Alice Cooper (το συγκρότημα), έχει μια ιδιαίτερη θέση στη δισκογραφία του συγκροτήματος καθώς σηματοδότησε την πρόσκαιρη επανασύνδεση των παλιών μελών αλλά και για τον χώρο που ηχογραφήθηκε. Το Good Records δεν είναι μόνο ένα ανεξάρτητο label αλλά κι ένα κατάστημα δίσκων στο Dallas του Tέξας όπου ο ιδιοκτήτης του Tim DeLaughter, τυγχάνει και φανατικός θαυμαστής των Alice Cooper και κατάφερε να διοργανώσει στις 9 Οκτωβρίου 2015 μια συναυλία τους στο κατάστημά του, μπροστά σε σχετικά λίγους fans (200, όσοι χώραγαν), με τα αυθεντικά μέλη (Alice Cooper, Dennis Dunaway, Neal Smith και Michael Bruce και με τον Ryan Roxie στη θέση του εκλιπόντος Glen Buxton) οι οποίο έπαιξαν 9 τραγούδια της κλασικής πρώτης περιόδου τους. Steven (τον θυμόμαστε από το Welcome to My Nightmare;) κι έναν μυστηριώδη showman με υπερφυσικές ικανότητες που προσπαθεί, χρησιμοποιώντας διαστρεβλωμένες εκδοχές ηθικολογικών θεατρικών έργων, να πείσει τον Steven να πάρει μέρος στην παράστασή του, με αντάλλαγμα να μην μεγαλώσει ποτέ. Σε μια έκδοση του cd (το 1994 το βινύλιο ήταν υπό διωγμό), υπήρχε σε ένα κόμικ, γραμμένη από τον Neil Gaiman, Στο ρόλο του Showman ο Cooper. Δείτε το video του Lost in America όπου εμφανίζονται σελίδες του κόμικ.
ΚΑΙ ΔΥΟ DVD
Το The Nightmare Returns(1987), αρχικά προβλήθηκε ζωντανά από το MTV τη νύχτα του Halloween στις 31 Οκτωβρίου 1986, από την κατάμεστη Joe Luis Arena του Detroit. Ο Alice εμφανίζεται για πρώτη φορά νηφάλιος στη σκηνή μετά από σχεδόν 5 χρόνια απουσίας από τις περιοδείες, λόγω των προβλημάτων του με τις καταχρήσεις. Και ο ίδιος όπως και η μπάντα του βρίσκονται σε φανταστική φόρμα. Τα κλασσικά τραγούδια του Alice είναι εμφανώς παιγμένα διαφορετικά και ακούγονται πολύ πιο heavy. Σκηνική εμφάνιση για σεμινάριο με έναν Alice που μοιάζει να ξεπήδησε μέσα από ταινία τρόμου και μια μπάντα που σκοτώνει. Κυκλοφόρησε σε VHS και αργότερα σε dvd
Βιντεοσκοπημένο το 1989, στο Trashes the World, ο Alice Cooper βάζει… φωτιά στη σκηνή του NEC Arena του Birmingham και μας παραδίδει ένα από τα πιο απολαυστικά θεατρικά rock shows των ‘80s που έγιναν ποτέ σε βιντεοκασέτα (και λίγο αργότερα σε DVD). Η περιοδεία του Trash είναι ένα οπτικοακουστικό υπερθέαμα – με τη φοβερή μπάντα του Alice να πυροβολεί, τα hits να πέφτουν βροχή και τον Alice να σοκάρει, να αποκεφαλίζεται και να ζωντανεύει ξανά όπως πάντα. Καταιγιστικό, θεατρικό και αθεράπευτα διασκεδαστικό – ένας hard rock εφιάλτης που δε θες να τελειώσει!
Για ακόμα μια φορά ο Alice Cooper στην Ελλάδα. Στις 11 Ιουλίου θα παίξει στο Terra Vibe σε μια ανεπανάληπτη βραδιά γεμάτη μουσική, θέατρο, σοκ και δέος! Για εισιτήρια πατήστε εδώ https://www.more.com/gr-el/tickets/music/rockwave-festival-2025-alice-cooper/
Οι Goon Squad έρχονται για πρώτη φορά στην Αθήνα για μια αποκλειστική εμφάνιση, στις 9 Ιουλίου στο Major Seven. Δύο μέρες πριν τη μεγάλη συναυλία του Alice Cooper, η Alice Cooper band που απαρτίζεται από τους Ryan Roxie - guitar / Vocals, Tommy Henriksen - Guitar / Vocals, Chuck Garric - Bass / Vocals, Glen Sobel - Drums θα εμφανιστεί στο αθηναϊκο club σε μια hard rock βραδιά. Οι Goon Squad δεν είναι άγνωστοι στο Ελληνικό κοινό γιατί είτε όλοι μαζί ως μπάντα του Alice Cooper, είτε μεμονωμένα έχουν επισκεφτεί ξανά τη χώρα μας αρκετές φορές. Έχουν συμμετάσχει σε δίσκους του Alice Cooper από το 1996 και μετά όπως Brutal Planet, Dragontown, The Eyes Of Alice Cooper μέχρι και το πρόσφατο Road του 2023. Τη βραδιά θα ανοίξει ο Billy Merziotis. Major Seven Βιργινίας Μπενάκη 7, Αθήνα Doors open 21:00. Εισιτήρια στην είσοδο του club και ηλεκτρονικά εδώ. https://www.more.com/gr-el/tickets/music/goon-squad-members-of-the-alice-cooper-band/
Ο Κωσταντίνος Κουζήγιαννης είναι Πρόεδρος Ελληνικού Fan Club Alice Cooper, The Greek Nightmare.
Την επόμενη Κυριακή: Ο Χρήστος Ζερβός γράφει το Β! μέρος της δισκογραφίας των Savatage
6/7/25
Δημοσίευση σχολίου