QUEENSRYCHE/MEDEN AGAN 16/11/19 FUZZ. Ο ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣ ΗΤΑΝ ΕΚΕΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΕΙ

Βράδυ Σαββάτου, συγκλίνουμε στο Fuzz Club αυτή την φορά, για να παρακολουθήσουμε το πολυαναμενόμενο live ενός εκ των μεγαλύτερων metal συγκροτημάτων όλων των εποχών. Καθαρά και ξάστερα.
Στο μυαλό μου, οι Queensrÿche είναι το μεγαλύτερο progressive metal σχήμα, που έχει γράψει ιστορία με αξεπέραστες δουλειές, κυρίως από την πρώτη τους δεκαετία στην δισκογραφία. Από το πρώτο τους μυθικό (πλέον), ομώνυμο EP του 1983 μέχρι το εξαιρετικό Promised Land του 1994, η παρέα από την «μεταλλομάνα» πόλη του Seattle (ενδεικτικά να αναφέρουμε τους συμπατριώτες τους  Metal Church, Q5, Sanctuary, Heir Apparent και Fifth Angel) μας έχει χαρίσει στιγμές μουσικού μεγαλείου και ολοκληρωτικής συναισθηματικής αφύπνισης. Δηλώνω ευθαρσώς πως το Rage For Order (1986) είναι το αγαπημένο μου άλμπουμ από το συγκρότημα, και εννοείται πως λατρεύω την πρώιμη heavy/power ενσάρκωση τους με το προαναφερθέν EP και το επικής κλίμακας αριστούργημα The Warning (1984), το οποίο τραυματίστηκε μοιραία στην παραγωγή. Τεράστια αδικία για ένα από τα μεγαλύτερα άλμπουμ του αμερικανικού metal.
Πίσω στο βράδυ του Σαββάτου, η δυναμικότατη τετράδα μας, με μεταγραφή τελευταίας στιγμής εκ Θεσσαλονίκης, έχει μπει μέσα στον χώρο του Fuzz. Οι δύο εξ ημών προμηθεύτηκαν φυσικό ΚΑΝΟΝΙΚΟ εισιτήριο από το ταμείο του χώρου, ενώ οι άλλοι δύο φάγαμε άκυρο προσπαθώντας να ανταλλάξουμε την φωτοτυπία-εισιτήριο που έφερνε σε λογαριασμό ΔΕΚΟ, με αντίστοιχο φυσικό εισιτήριο. Μπαίνοντας πολύ χαλαρά ένα τέταρτο πριν ξεκινήσει το πρόγραμμα, αναζητούμε το merchandise stand, μπας και αγοράσουμε κάτι αναμνηστικό, ανακαλύπτοντας στην πορεία ότι … δεν υπάρχει πουθενά διαθέσιμο merchandise! Σκέφτηκα πως δεν ξεκινήσαμε καλά, «ψιλοαπαράδεκτο» κτλ., αλλά εν τέλει δεν ήμασταν εκεί για να ψωνίσουμε, πήγαμε για την μουσική.
Συνειδητοποίησα πως είχα κάμποσο καιρό να πάω στο Fuzz, διότι είδα έναν χώρο εμφανώς αλλαγμένο. Σημειώνεται ότι το κάπνισμα πλέον (σύμφωνα ΚΑΙ με τον νέο αντικαπνιστικό νόμο) απαγορεύεται σε κλειστούς δημόσιους χώρους. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι περισσότεροι καπνιστές μπήκαν λίγο πριν τις 21:00 στον χώρο αφού κάπνισαν ένα τελευταίο τσιγάρο. Βέβαια, δεν έλειψαν και οι πανταχού παρόντες  «έξυπνοι», οι οποίοι αποφάσισαν, κόντρα στους περιορισμούς, να ανάψουν ό,τι καπνίζεται μέσα στον χώρο της συναυλίας, δίνοντας μας την δυνατότητα να απολαύσουμε ποικιλία εξωτικών χαρμανιών, διότι έτσι θεώρησαν απαραίτητο.
Πέρα από το κωμικοτραγικό της κατάστασης, και για λόγους ίσης αντιμετώπισης όλων, αυτό πρέπει να σταματήσει. Σε περίπτωση που κάποιος ενδιαφέρεται.
Meden Agan

Κοντά στις 21:00 βγήκε στην σκηνή το opening act της βραδιάς, οι Meden Agan. Αξιολογότατο ελληνικό σχήμα, που κινείται στον χώρο του progressive και του symphonic metal, με μία gothic χροιά. Στα διόλου ευκαταφρόνητα 14 χρόνια της δισκογραφικής τους παρουσίας, έχουν κυκλοφορήσει τέσσερα άλμπουμ (αρχής γενομένης με το Illusions του 2007) και ένα promo. Δεξιοτεχνία στην κιθάρα, τίμιο rhythm section και στοχευμένη παρουσία των πλήκτρων, το συγκρότημα δεν κούρασε, τουναντίον έπαιξαν με τρόπο που μας τράβηξε την προσοχή, και με περισσή ενεργητικότητα από την frontwoman τους, η οποία απέδωσε την αγγλική σε πολύ καλό επίπεδο, επιδεικνύοντας παράλληλα τις εκτεταμένες φωνητικές της δυνατότητες. Το ρεπερτόριο τους περιεκτικό, με προσωπικότητα, αν και (όπως ήταν αναμενόμενο) κινείται σαν στυλ στον ευρύτερο χώρο τομής του power – progressive – symphonic. Η γενικότερη παρουσία τους θεωρώ πως δεν είχε (και δεν θα έπρεπε να έχει) φιλοδοξία να καπελώσει τους headliners ή να μας «μπουκώσει», αλλά έχω την αίσθηση πως αυτό το βράδυ κέρδισαν το ενδιαφέρον του κόσμου με την τιμιότατη παρουσία τους, παίζοντας κομμάτια κυρίως από την τελευταία τους δουλειά που κυκλοφόρησε το 2018. Αν μπορούσα να αναφέρω κάτι αρνητικό, αυτό ήταν ο κακός ήχος, που έπνιγε τις προσπάθειες των Meden Agan. Σίγουρα έριξε λίγο την συνολικά καλή βαθμολογία, τους άξιζε κάτι καλύτερο. Συγχαρητήρια στα παιδιά, εμείς εδώ ευχόμαστε ακόμα μεγαλύτερες σκηνές και ευκαιρίες να ακουστούν περισσότερο!
Και κάπως έτσι φτάσαμε λίγο πριν τις 22:00, σε αναμονή των headliners Queensrÿche, οι οποίοι βρίσκονται στην παγκόσμια περιοδεία προώθησης του τελευταίου άλμπουμ τους The Verdict, που κυκλοφόρησε τον περασμένο Μάρτιο. Πρόκειται για μία εξαιρετική δουλειά, που κατάφερε να πείσει (θεωρώ) κυρίως τους progressive fans για την ποιότητα και το επίπεδο που επιδεικνύει η μπάντα τα τελευταία χρόνια. Πιστεύω πως είμαστε τυχεροί να παρακολουθούμε συναυλία σε περιοδεία τόσο καλού άλμπουμ από ένα συγκρότημα που δραστηριοποιείται κοντά 40 (για την ακρίβεια 37) χρόνια στην σκηνή και στην δισκογραφία. Και αυτό χωρίς να γίνονται βαρετοί, επαναλαμβανόμενοι, μονότονοι ή απλά ανεπαρκείς. Σε αυτή τη φάση, τα μέλη του συγκροτήματος είναι οι Todd La Torre ( φωνητικά ΚΑΙ ντραμς στην στούντιο ηχογράφηση!), Michael Wilton και Parker Lundgren στις κιθάρες, Eddie Jackson στο μπάσο, ενώ για τους σκοπούς της περιοδείας το ντράμινγκ ανέλαβε ο Casey Grillo (πρώην Kamelot).

Η αλήθεια είναι πως ο πήχης ήταν ήδη ψηλά από τον περασμένο Φλεβάρη, οπότε και ο Geoff Tate επισκέφτηκε την χώρα μας για να παίξει όλο το Operation: Mindcrime στην δική του περιοδεία. Το κύριο κίνητρο που έδινε, στα δικά μου μάτια, πρόσθετη αξία στην εμφάνιση των Queensrÿche, ήταν η εκτέλεση παλιότερων κομματιών από τους προ-Operation δίσκους. Περίμενα εναγωνίως να ακούσω πράγματα από το αγαπημένο μου Rage For Order και φυσικά από το EP και το μνημείο του αμερικανικού heavy/power metal,  The Warning. 13 χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία τους επίσκεψη και την εμφάνιση στο Gagarin (περιοδεία Operation: Mindcrime ΙΙ) και με αλλαγές. Πιο σημαντικές εξ’ αυτών, η απόλυση (2012) του Geoff Tate και η οικειοθελής αποχώρηση του Scott Rockenfield (2017), δύο από τα αρχικά και ιστορικά μέλη του συγκροτήματος.
Το συγκρότημα μπήκε δυναμικά με το Blood of the Levant που ανοίγει το The Verdict, με το κάτω των χιλίων ατόμων κοινό να μην έχει αντιδράσει αντίστοιχα. Φαίνεται πως όλοι οσμιζόμασταν τον αέρα για κάτι από τα παλιά, που ήρθε ευθύς αμέσως με το I Am I από το Promised Land (1994). Για πολλούς εξ ημών, η πρώτη κυκλοφορία που υπέπεσε στην αντίληψη μας όταν πρωτοκυκλοφόρησε (σε φάση που ήμασταν αρκετά συνειδητοποιημένοι περί Queensrÿche), και ως εκ τούτου πήρε λίγο μεγαλύτερη ανταπόκριση από τον κόσμο, η οποία αυξήθηκε αισθητά στο επόμενο NM 156 (από το The Warning του 1984). Ο La Torre σε καλό επίπεδο (όπως ήταν και με τους Crimson Glory άλλωστε), κατάφερε να ερμηνεύει με σχετική άνεση τραγούδια και από το παλιότερο ρεπερτόριο του συγκροτήματος. Ίσως όχι το απόλυτο στουντιακό που λίγο-πολύ έχουμε όλοι στο πίσω μέρος του μυαλού μας, ή το θρυλικό, ολυμπιακών διαστάσεων φωνητικό φάσμα του παλιού καλού μας Tate (ούτε ο ίδιος τα πιάνει αυτά τα στάνταρ πλέον), αλλά μία εξαιρετική εναλλακτική επιλογή. Συνέχεια με Man the Machine (από το The Verdict και αυτό) και αμέσως μετά επιτέλους μαζική ανάταση με το πολυαγαπημένο Walk In The Shadows (από το Rage For Order), όπου όλοι και όλες στο κοινό έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό.
Είχαμε ζεσταθεί για τα καλά, και το set εξελίχθηκε επαρκώς, καλύπτοντας αρκετές από τις δουλειές του συγκροτήματος. Operation:Mindcrime και The Mission από το αριστουργηματικό Operation:Mindcrime, την δισκογραφική ναυαρχίδα του συγκροτήματος, το μακροσκελές Condition Hüman από το δεύτερο ομώνυμο (και προτελευταίο τους, του 2015) άλμπουμ με τον Todd La Torre, που είχε αναζωογονήσει κάπως τον ήχο του συγκροτήματος, ενώ είχαμε την χαρά να ακούσουμε και το εμβληματικό, καταιγιστικό Queen of the Reich (Queensrÿche EP, 1983) που αναμφίβολα αποτέλεσε ένα από τα highlights της συναυλίας (για μένα το δεύτερο τη τάξει) και προξένησε ασταμάτητο τραγούδι, headbanging και air guitar στο ακροατήριο. Όπως μάθαμε από εγκυρότατες πηγές, ο frontman των Queensrÿche είχε ιδιαίτερα έντονο ανταγωνισμό κάπου στο πίσω μέρος της αίθουσας, όπου ο Γιάννης Παπανικολάου (φωνή των Diviner και της tribute μπάντας Rock ‘N’ Roll Children) έδωσε ρεσιτάλ, κάνοντας τους γύρω του να πιστέψουν προς στιγμή ότι ακούνε το Queen Of The Reich…στερεοφωνικά!
Εν μέσω ευχαριστιών από τον La Torre, και την σχέση του με την χώρα μας μέσω της ελληνικής καταγωγής σύζυγο του (γενναίος!), ταξιδέψαμε παραπέρα στην χώρα των Queensrÿche, με όχημα το Empire, κορυφαία εμπορικά στιγμή τους, ακριβώς στην αρχή των 90s, και τα εξαιρετικά δημοφιλή Silent Lucidity (αναμφισβήτητα το πιο επιτυχημένο και γνωστότερο, αν θέλετε, κομμάτι τους) και Jet City Woman. Επιστροφή στο The Verdict με το Propaganda Fashion, και μετά ξανά βουτιά στο ένδοξο παρελθόν με το σπαρακτικό The Mission από το Operation:Mindcrime, την επιστημονική φαντασία και την ψυχρότητα της ψηφιακής εποχής με το Screaming In Digital (Rage For Order), και για τελευταίο άφησαν το καλύτερο, με εμάς από κάτω να αφήνουμε πνευμόνια, λαιμά, αυχένες και όλα τα συναφή. Την υπερ-επική δημιουργία, την απόλυτη κομματάρα-ύμνο Take Hold Of The Flame (The Warning). Ανατριχίλα καθώς o La Torre με τον Wilton πέρασαν από την εισαγωγή στο κουπλέ. Για μένα δεν μπορούσε να γίνει (και δεν έγινε) καλύτερο, είχα πιάσει το peak μου για το απόλυτο συναυλιακό κομμάτι τους, και ένα από τα καλύτερα (γενικότερα, κατά την άποψη μου) κομμάτια όλων των εποχών. Τα λόγια ωχριούν, για αυτό το αφήνω εδώ και σας αφήνω να κάνετε τους δικούς σας συλλογισμούς!

Σίγουρα θα περίμενα να ακούσω παραπάνω στο encore, το οποίο φυσικά και έγινε, και τελείωσε με χειρουργική ακρίβεια μιάμιση ώρα μετά την είσοδο του συγκροτήματος στην σκηνή. Να πω, πάντως, πως τεράστια εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι δεν έπαιξαν μία από τις μεγαλύτερες τους επιτυχίες, το I Don’t Believe In Love! Σίγουρα δεν περίμενα την εξαίρεση αυτού του μεγάλου χιτ των Queensrÿche από το ίδιο τους το set, αρκετά ύποπτο για να εγείρει υποψίες! Για φινάλε ακούσαμε ακόμα ένα κομμάτι από το The Verdict, το Light-years. Ακολούθησε το Empire από το ομώνυμο άλμπουμ, που λογικά δεν λείπει από κανένα set list της μπάντας, για να κλείσουμε με το τρίτο highlight της βραδιάς, το ενδοσκοπικό Eyes Of A Stranger από το Operation:Mindcrime, έτσι για να έρθουμε και να γίνουμε, κομμάτι που αναμόχλευσε παλιές αναμνήσεις, συναισθήματα και νοητικές εικόνες από μια άλλη εποχή.
Ομολογώ ότι θα ήθελα να ακούσω καμιά ώρα ακόμα! Τα υπόλοιπα κομμάτια του πααρθενικού και τόσο εντυπωσιακού τους EP (Nightrider, Blinded, The Lady Wore Black), το ομώνυμο από το The Warning μαζί με Child of Fire και Roads to Madness, σίγουρα τα I Dream in Infrared, The Killing Words και I Will Remember από το αγαπημένο μου Rage For Order (hyper συναισθηματικό φορτίο εκεί), Revolution Calling, Suite Sister Mary (ίσως με την τραγουδίστρια από τους Meden Agan, όλα εγώ πρέπει να τα λέω;;;), Breaking the Silence, I Don't Believe in Love από το ..Mindcrime, εννοείται Best I Can και Anybody Listening? από Empire…άνετα ένα ακόμα set! Όπως και να ‘χει πάντως, παραπονεμένοι δεν φύγαμε, τραγουδήσαμε, κοπανηθήκαμε, διασκεδάσαμε. Αν ήταν λίγο καλύτερος και ο ήχος, σίγουρα θα μιλούσα για ένα από τα καλύτερα φετινά live. Σίγουρα πάντως από ένα συγκρότημα που έβγαλε πάθος και ενέργεια στην σκηνή, και το απολαύσαμε από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό.
Η βραδιά συνεχίστηκε όπως έπρεπε, με μπόλικη μπύρα και συζήτηση σε οικείο μας στέκι στην Ηλιούπολη, κατεβάζοντας μία ακόμη γενναία, οικοδομική γουλιά από την παγωμένη μπύρα μου, έχοντας στο μυαλό μου το επόμενο live.
Κειέμνο/Φωτό: ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΡΑΝΙΔΗΣ
20/11/19

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment