BON JOVI-KEEP THE FAITH(1992): ΕΝΑ ΝΕΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΟΙΓΕΙ


    Όταν, στις αρχές του 1990 τελείωσε η περιοδεία των Bon Jovi για το εμβληματικό άλμπουμ τους New Jersey (1988), η λήξη της βρήκε το συγκρότημα εξαντλημένο, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά και με τεταμένες τις μεταξύ τους σχέσεις, καθώς βρισκόταν για 16 μήνες στο δρόμο. Αν ληφθεί μάλιστα υπόψη και η προηγούμενη μεγάλη περιοδεία για το έτερο «μεγαθήριο», Slippery when wet (1986), είναι κατανοητό ότι το «κάψιμο» (burn out) της μπάντας, μετά από τέσσερα χρόνια περιοδειών και ηχογραφήσεων, ήταν λογικό και αναπόφευκτο. Έτσι, κάθε μέλος πήγε ήσυχα και ωραία σπίτι του για ξεκούραση και δεν υπήρχε καμία σκέψη ή σχέδιο για την επόμενη κυκλοφορία. Αντιθέτως, επικρατούσε αρκετή αβεβαιότητα για το μέλλον των Bon Jovi.
    Κατά τη διάρκεια αυτής της παύσης κάποια μέλη βρήκαν την ευκαιρία να ασχοληθούν με προσωπικές τους δουλειές και να συνεργαστούν με καλλιτέχνες από άλλα μουσικά είδη, όπως ο Jon Bon Jovi, που κυκλοφόρησε το πολύ επιτυχημένο άλμπουμ,Blaze of Glory (1990 - soundtrack του γουέστερν Young Guns II) και είχε κάποιες συνεργασίες με τον Elton John και τον Jeff Beck, αλλά και ο Ritchie Sambora, που το 1991 έβγαλε το άλμπουμ, Stranger in this town, στο οποίο συμμετείχαν και άλλοι γνωστοί καλλιτέχνες όπως ο Eric Clapton.
    Παράλληλα, ο Jon Bon Jovi απέλυσε τον manager του συγκροτήματος Don McGhee και ανέλαβε ο ίδιος τον έλεγχο φτιάχνοντας το Bon Jovi Management, ενώ μετά από προτροπή του manager των Aerosmith, Tim Collins, αποφάσισε να οργανώσει κάποιες συναντήσεις με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, όπου ο καθένας θα μπορούσε να εκφράσει όσα τον ενοχλούσαν, ώστε να λυθούν όποια θέματα υπήρχαν μεταξύ τους και έτσι να μπορέσει να ξαναλειτουργήσει η μπάντα χωρίς προβλήματα. Όλα τα παραπάνω – προσωπικές δουλειές, συναντήσεις, συζητήσεις, ξεκούραση, ενδοσκόπηση κλπ – κράτησαν γύρω στα δυο χρόνια, αλλά αποδείχτηκαν σωτήρια για τις μεταξύ τους σχέσεις και κατ’ επέκταση και για το μέλλον του συγκροτήματος.

Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΛΜΠΟΥΜ 

    Έτσι, στις αρχές του 1992, οι Bon Jovi βρέθηκαν πάλι όλοι μαζί και μετακινήθηκαν στα Little Mountain Studios στο Vancouver του Καναδά για να συνθέσουν το επόμενο άλμπουμ τους. Για παραγωγό επέλεξαν τον περιζήτητο Bob Rock (με αυτόν στο «τιμόνι» είχαν κυκλοφορήσει οι Metallica το Black Album ένα χρόνο πριν), ενώ οι εξωτερικές συνεργασίες περιορίστηκαν μόνο στη συμμετοχή του Desmond Child σε δυο τραγούδια. Επτά μήνες μετά και αφού επέλεξαν 14 τραγούδια από τα 30 που συνέθεσαν, στις 3 Νοεμβρίου 1992 κυκλοφόρησαν το πέμπτο τους άλμπουμ, Keep the Faith, ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία τους.
    Την περίοδο που κυκλοφόρησε το Keep the Faith, λόγω της έλευσης και κυριαρχίας του grunge/alternative, τα πράγματα είχαν αλλάξει στην εμπορική σκληρή μουσική και γι’ αυτό το λόγο οι Bon Jovi έπρεπε να προσέξουν πώς θα κινηθούν μουσικά. Από τη μία πλευρά, δεν ήθελαν να βγάλουν ένα Slippery when wet 2 ή ένα New Jersey 2 καθώς κάτι τέτοιο δεν θα είχε νόημα στις νέες μουσικές συνθήκες, ενώ, από την άλλη, σε καμία περίπτωση δεν ήθελαν να πειραματιστούν με το grunge, όπως επιχείρησαν πολλοί συνοδοιπόροι τους, με αδιάφορο – στην καλύτερη περίπτωση – ή απαράδεκτο – στη χειρότερη – αποτέλεσμα.


   Τελικά, η μπάντα αποφάσισε να κινηθεί στο κλασικό της στυλ, εμπλουτίζοντάς το όμως με επιρροές από άλλους καλλιτέχνες με τους οποίους τα μέλη της συνεργάστηκαν κατά τη διάρκεια της παύσης που έκαναν, ενώ και οι στίχοι τους έγιναν πιο σοβαροί, εντάσσοντας στην όλη θεματολογία και κάποια κοινωνικοπολιτικά ζητήματα. Η μεγάλη όμως αλλαγή, που σηματοδοτούσε την εξέλιξη του συγκροτήματος πριν καν ακουστεί μια νότα από το νέο άλμπουμ, ήταν το look της μπάντας, όπου τα μακριά μαλλιά έφυγαν και η συνολική εμφάνιση έγινε πιο mainstream rock. Μια αρκετά «σοκαριστική» αλλαγή (παρόμοια με των Metallica στο Load) που δημιούργησε αρκετά ερωτηματικά σχετικά με το ύφος του νέου άλμπουμ.

ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ

    Τα πράγματα, βέβαια, εξελίχθηκαν ομαλά και οι όποιες ανησυχίες εξαφανίστηκαν, αφού το Keep the Faith δεν παρουσίασε κάποιες ριζικές αλλαγές στο στυλ της μπάντας, αλλά αντίθετα, με τη σωστή αναλογία νεωτερικών στοιχείων που περιλάμβανε, κατάφερε να εμφανίσει τους Bon Jovi με ένα ανανεωμένο πρόσωπο, συμβατό με την τότε αλλαγή του εμπορικού hard rock ήχου. Για να περάσουμε στα κομμάτια του άλμπουμ, τα όποια νέα στοιχεία είναι περισσότερο φανερά στο εναρκτήριο τραγούδι, “I believe” - όπου κάποιες κριτικές έγραψαν ότι παίζουν σαν τους U2 - και στο επόμενο, το ομώνυμο “Keep the Faith” (πρώτο single του άλμπουμ), που έχει έναν πιο pop, mainstream rock ρυθμό και στυλ, χωρίς όμως αυτό να το κάνει να υστερεί. Αντίθετα, και τα δυο είναι πολύ καλές συνθέσεις που ανοίγουν ιδανικά το άλμπουμ.



    Η ψυχή όμως και η δύναμη του “Keep the faith”, είναι τρεις κορυφαίες συνθέσεις: πρώτη, το “In these arms” (τρίτο single), ένα κομμάτι που ξεκινάει χαλαρά και κλιμακώνεται σταδιακά με δυνατό μπάσο, φοβερές κιθάρες και καρφωτό ρυθμό, για να καταλήξει σε ένα καταπληκτικό και δυναμικό ρεφρέν. Οι στίχοι του αφορούν την αγάπη και την αφοσίωση που διαρκεί για πάντα και η όλη αίσθηση αποδίδεται άψογα με τα συναισθηματικά φωνητικά του Jon Bon Jovi. Δεύτερη κορυφαία στιγμή είναι η power μπαλάντα “Bed of Roses”, ένα κομμάτι που έγραψε ο Jon στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου καθώς συνερχόταν από ένα hangover. Αποτέλεσε το δεύτερο  - και πιο επιτυχημένο – single του άλμπουμ και συγκαταλέγεται πλέον μεταξύ των κλασικών τραγουδιών της μπάντας αλλά και στο πάνθεον των μπαλαντών του σκληρού hard rock.
    Η δυνατότερη στιγμή όμως του άλμπουμ είναι το έπος “Dry County”. Ένα μεγαλειώδες, 10λεπτο σχεδόν κομμάτι, ένα τραγούδι της εργατικής τάξης (blue collar song), που αναφέρεται στην παρακμή της πετρελαϊκής βιομηχανίας σε κάποιες περιοχές των ΗΠΑ και στην επίδρασή της στα εισοδήματα και στις ζωές των ανθρώπων που εργάζονταν σ’ αυτή. Μια σύνθεση με αρκετές διακυμάνσεις στη διάρκειά της και με ένα «μανιασμένο» σόλο διαρκείας από τον Sambora που φανερώνει πόσο ικανός κιθαρίστας είναι. Το τραγούδι το εμπνεύστηκε ο Jon κατά τη διάρκεια μιας περιήγησής του με μηχανή σε διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ, λίγο πριν το συγκρότημα μαζευτεί στο studio για τη σύνθεση του άλμπουμ.
    Εκτός από τα τρία παραπάνω τραγούδια που χαρακτηρίζουν το “Keep the Faith”, δυο ιδιαίτερα καλά κομμάτια, αλλά αγνοημένα, είναι η δεύτερη μπαλάντα του άλμπουμ, το “I want you”, που άνετα στέκεται ανάμεσα στις κορυφαίες του είδους και το “Blame it on the Love of Rock & Roll”, μια απίστευτα διασκεδαστική rock n’ roll/blues σύνθεση, με ωραίο πιάνο, κολλητικό ρεφρέν και στίχους με τους οποίους ταυτίζεται ο κάθε rocker/μεταλάς. Και τα δυο κομμάτια άξιζαν για singles αλλά μάλλον επισκιάστηκαν από τα τρία προηγούμενα. Βέβαια, ο συνειδητοποιημένος ακροατής/οπαδός που θα ακούσει ολόκληρο το άλμπουμ, σίγουρα θα τα τσεκάρει και θα τα εκτιμήσει και δεν θα μείνει στα χιτάκια όπως οι «τουρίστες» του χώρου.



    Τα υπόλοιπα πέντε κομμάτια του “Keep…” (I’ll sleep when I’m dead, If I was your mother, Woman in love, Fear, Little bit of soul), βρίσκονται ένα επίπεδο χαμηλότερα από τα προηγούμενα, χωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, ότι είναι για πέταμα. Από αυτά, περισσότερο ξεχωρίζουν το “I’ll sleep when I’m dead” -  με συνθετική συμμετοχή του Desmond Child – και το “Woman in Love”, δυο κομμάτια που θυμίζουν περισσότερο το παλιό στυλ της μπάντας, ενώ το τελευταίο, “A little bit of soul”, διαφέρει από τα υπόλοιπα, με το blues/soul ύφος του και κλείνει ευχάριστα το άλμπουμ.
    Να σημειωθεί εδώ ότι ηχογραφήθηκαν ακόμα δυο τραγούδια , τα “Save a prayer” και “Starting all over again”, που περιλήφθηκαν στην ιαπωνική έκδοση του άλμπουμ, τα οποία – για μένα τουλάχιστον – δεν είναι κάτι ιδιαίτερο. Όποιος ενδιαφέρεται να ρίξει μια «αφτιά», μπορεί να τα αναζητήσει στο YouTube. Τέλος, ένα ακόμα κομμάτι που δεν υπάρχει στο δίσκο, είναι το “I wish Everyday could be like Christmas” που αποτέλεσε B side της αμερικάνικης έκδοσης του  single “Keep the Faith”.

Η ΑΠΗΧΗΣΗ


    Το άλμπουμ, δεδομένων των τότε μουσικών συνθηκών, πήγε αρκετά καλά, φτάνοντας στη θέση 5 του Billboard και πουλώντας στις ΗΠΑ 2.000.000 κομμάτια (2 φορές πλατινένιο). Καμία σχέση βέβαια με τα 7 και 12 εκατομμύρια των New Jersey και Slippery...." αντίστοιχα αλλά, όπως αναφέρθηκε, για εκείνη την εποχή είχε πολύ καλή αποδοχή. Στη Μεγάλη Βρετανία έκανε λίγο μεγαλύτερη επιτυχία, γι’ αυτό και τα δυο τελευταία από τα έξι συνολικά singles του (τα I believe και Dry County) κυκλοφόρησαν αποκλειστικά εκεί. Η ελαφρώς μεγαλύτερη επιτυχία στη Μ.Β. μπορεί να ερμηνευτεί από το γεγονός ότι στις ΗΠΑ, ήταν το grunge/alternative που είχε τότε πολύ μεγαλύτερη εξάπλωση και προώθηση, αποτελώντας άλλωστε και «εγχώριο προϊόν».
    Με το “Keep the Faith”, οι Bon Jovi μπήκαν ομαλά στη δεκαετία του ’90, αναζωογονημένοι και με αυτοπεποίθηση, ακολουθώντας τον δικό τους, μοναδικό δρόμο και αποφεύγοντας με μαεστρία τον σκόπελο του grunge πάνω στον οποίο τσακίστηκαν αρκετά σύγχρονά τους σχήματα του εμπορικού μελωδικού hard rock. Το άλμπουμ αυτό τους έδωσε νέα πνοή και αποτέλεσε την αφετηρία μιας νέας περιόδου που κράτησε το σχήμα σε τροχιά επιτυχίας για μια ακόμα τουλάχιστον δεκαετία. Αν και αντιμετωπίστηκε με κάποιο σκεπτικισμό ή ακόμα και αδιαφορία την εποχή που κυκλοφόρησε, με τα χρόνια απέδειξε την αξία του σε όσους αρχικά το το αμφισβήτησαν και πλέον δικαίως συγκαταλέγεται ανάμεσα στις 4-5 καλύτερες κυκλοφορίες του συγκροτήματος.

ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ

    Δυο χρόνια μετά, το 1994, οι Bon Jovi κυκλοφόρησαν το Greatest Hits άλμπουμ, “Crossroads”, στο οποίο υπήρχαν δυο καινούργια τραγούδια, το “Someday I’ll be Saturday night” και η all-time classic μπαλάντα “Always”.
    Το 1995 επανέρχονται με το πολύ καλό άλμπουμ These days στο στυλ του “Keep the Faith” και ακολουθεί μια – συνειδητή αυτή τη φορά – παύση της μπάντας, ένα διάλειμμα καλύτερα, για πέντε χρόνια, όπου ο Jon Bon Jovi θα βγάλει το δεύτερο προσωπικό του άλμπουμ, Destination Anywhere, θα συμμετάσχει σε κάποιες κινηματογραφικές ταινίες και θα ασχοληθεί με διάφορα μουσικά projects.
    Η μπάντα θα επανέλθει στη δράση το 2000 με το άλμπουμ Crush, περνώντας σε πιο mainstream rock στυλ και κάνοντας τρελή επιτυχία με το κομμάτι “It’s my life”. Από κει και μετά, με εξαίρεση το άλμπουμ “Have a nice Day” και το ομώνυμο super hit κομμάτι, θα αρχίσει η κάμψη όπου πλέον το ζήτημα είναι να υπάρχουν 2-3 τραγούδια που να ξεχωρίζουν σε κάθε άλμπουμ.


ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ

18/5/22

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment

Δημοσίευση σχολίου