BRITNY FOX: ΟΙ «CINDERELLA ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ»

 

Ο πρώτος – ίσως και ο μοναδικός – χαρακτηρισμός που έρχεται στο μυαλό όταν γίνεται αναφορά στους Britny Fox είναι αυτός της «κόπιας των Cinderella» ή πιο «εύηχα», των «Cinderella του φτωχού». Ένας χαρακτηρισμός που δεν απέχει από την πραγματικότητα, καθώς η συγκεκριμένη μπάντα, από το στυλ των τραγουδιών της, το look της, αλλά, κυρίως, τα φωνητικά της, παραπέμπει άμεσα στο μεγάλο glam metal συγκρότημα. Το ερώτημα, επομένως, που ανακύπτει είναι εάν οι Britny Fox αξίζουν τη σημασία μας ή πρέπει να απορριφθούν ως ένα απλό «γενόσημο» των Cinderella. Aς πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
    H μπάντα ιδρύθηκε το 1986, στην Φιλαδέλφεια της πολιτείας Pennsylvania των ΗΠΑ από τον κιθαρίστα και τραγουδιστή “Dizzy” Dean Davidson που τη βάφτισε Britny Fox προς τιμήν κάποιου Ουαλού προγόνου του, του οποίου το όνομα αναφερόταν στο οικόσημο της οικογένειάς του. Τη σύνθεση συμπλήρωσαν ο μπασίστας Billy Childs, o κιθαρίστας Michael Kelly Smith και ο ντράμερ Tony Destra. Oι δεσμοί με τους Cinderella φαίνονται άμεσα αφού, εκτός της κοινής πόλης καταγωγής τους (Φιλαδέλφεια), οι Smith και Destra ήταν πρώην μέλη των Cinderella, αλλά μέχρι την περίοδο των demos και δεν εμφανίζονται σε επίσημη κυκλοφορία τους. Με την παραπάνω σύνθεση, οι Britny Fox κυκλοφόρησαν μόνο ένα demo, το “In America” (1987), γιατί ο Destra σκοτώθηκε σε τροχαίο και αντικαταστάθηκε από τον Johnny Dee, πρώην ντράμερ των Waysted, της γνωστής μπάντας που έφτιαξε ο μπασίστας Pete Way των UFO.
   Με την βοήθεια των γνωριμιών και των δεσμών που είχαν με τους Cinderella, οι Britny Fox δεν άργησαν να βρουν συμβόλαιο. Υπέγραψαν με την CBS και με τη σύνθεση Davidson/Childs/Smith/Dee κυκλοφόρησαν το 1988 το πρώτο τους άλμπουμ, το ομώνυμο Britny Fox. Κρίνοντας αντικειμενικά, το ντεμπούτο τους δεν προσφέρει κάτι καινούργιο, ούτε διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας. Είναι ένα τυπικό glam metal άλμπουμ της εποχής, με στοιχεία από διάφορες γνωστές μεγάλες μπάντες, όπως τους Poison ή τους Mötley Crüe και κυρίως από τους Cinderella, αφού τα φωνητικά του Davidson είναι σχεδόν πανομοιότυπα με αυτά του Tom Keifer των τελευταίων, σε βαθμό που νομίζεις ότι ακούς κάποιο χαμένο άλμπουμ τους! Παρόλα αυτά, αν απομονώσουμε από το μυαλό μας αυτή την ομοιότητα, το άλμπουμ είναι μια άριστη κυκλοφορία με πολύ καλές συνθέσεις που προσφέρουν 45 λεπτά τυπικού μεν αλλά καλοπαιγμένου και ευχάριστου glam/hair metal. Αυτό αποδεικνύεται και από την πορεία του στα charts όπου έφτασε μέχρι τη θέση 39 του Billboard και έγινε χρυσό, πουλώντας πάνω από 500.000 κομμάτια στις ΗΠΑ.


    Από τραγούδια, σε πρώτη φάση ξεχωρίζουν τα “Long way to Love” (παρεμπιπτόντως, το συγκεκριμένο ήταν η πρώτη μου επαφή με την μπάντα, όταν το άκουσα πιτσιρικάς, πίσω στο 1988, στην ραδιοφωνική εκπομπή Antenna metal show του Αλέξανδρου Ριχάρδου!) και “Girlschool”, δυο πολύ καλά, πιασάρικα, arena songs που συνοδεύονται και από βίντεο, με αυτό του “Girlschool” να έχει ιδιαίτερη πλάκα με το σενάριό του. Τα δυο κομμάτια αποτέλεσαν τα δυο πρώτα singles του άλμπουμ, ενώ τρίτο single (και βίντεο) αποτέλεσε το “Save the Weak” μια αρκετά καλή μπαλάντα αλλά όχι σαν τις τυπικές της εποχής. Οι υπόλοιπες συνθέσεις είναι εξίσου καλές και γενικά ο δίσκος ρολάρει μια χαρά και δεν γίνεται ποτέ βαρετός. Αξιοσημείωτα τραγούδια είναι επίσης, το mid-tempo, με το βαρύ riff, “Kick and Fight”, το “Fun in Texas” , η κομματάρα “Rock Revolution” και το “Gudbye T’Jane” μια πολύ δυνατή διασκευή του κομματιού της γνωστής βρετανικής μπάντας Slade.   
    Μετά την πολύ επιτυχημένη περιοδεία για το ντεμπούτο τους, όπου έκαναν πάνω από 100 εμφανίσεις ως support των Poison και Warrant, οι Britny Fox μπήκαν άμεσα στο στούντιο και την επόμενη χρονιά (1989) κυκλοφόρησαν το δεύτερο άλμπουμ τους, Boys in Heat.

Η δεύτερη κυκλοφορία τους δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα από το ντεμπούτο αφού ακούμε πάλι καλοπαιγμένο glam metal τύπου Cinderella, χωρίς να προσφέρει και πάλι κάτι καινούργιο ή ιδιαίτερο. Η μόνη βελτίωση εντοπίζεται στην παραγωγή, την οποία ανέλαβε ο πασίγνωστος Neil Kernon, δίνοντας στα τραγούδια έναν πιο δεμένο και μεστό ήχο και μια πιο εμπορική χροιά,  ιδανική για airplay στο ραδιόφωνο και το MTV. Επίσης, ο Davidson, σε αρκετά σημεία έχει περιορίσει την απόλυτη ομοιότητα των φωνητικών του με του Keifer, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό που να δίνει στο δίσκο δική του προσωπικότητα. Παρόλα αυτά, το άλμπουμ κινείται στα ίδια επίπεδα ποιότητας με το ομώνυμο και το μόνο «αρνητικό» που βρίσκω είναι η διάρκειά του (51+ λεπτά) η οποία έχει σαν αποτέλεσμα να περιέχει και μερικά fillers (“Left me Stray, Plenty Of Love).
    Απομονώνοντας και πάλι την ομοιότητα με τους Cinderella, το Boys in Heat είναι μια απολαυστική κυκλοφορία και σίγουρα δεν είναι χάσιμο χρόνου η ακρόασή του, ούτε και πεταμένα χρήματα η αγορά του. Κορυφαία κομμάτια είναι το γκαζωμένο “In Motion” που ανοίγει τον δίσκο, το αμέσως επόμενο “Standing in the Shadow”, το ταξιδιάρικο “Long way from Home”, το δυνατό “Stevie”, το “Angel in my heart” και η πολύ καλή διασκευή του “Hair of the Dog” των Nazareth.


    To άλμπουμ δεν πήγε τόσο καλά εμπορικά όπως το πρώτο, φτάνοντας μέχρι τη θέση 79 του Billboard. Η εμπορική αυτή αποτυχία οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων, όπως ο κορεσμός πλέον της σκηνής από μπάντες με το φανταχτερό/glam image, η σταδιακή μεταστροφή του ενδιαφέροντος των δισκογραφικών εταιριών σε άλλα μουσικά ήδη (αν και σε πολύ αρχικό στάδιο τότε) και – κλασικά – η ομοιότητα της μπάντας με τους Cinderella η οποία, αν και μπορεί να δούλεψε στο ντεμπούτο, στο “Boys in Heat” δεν είχε αποτέλεσμα γιατί οι Cinderella είχαν ήδη κυκλοφορήσει το θεϊκό “Long Cold Winter” (1988) και οποιοδήποτε «γενόσημο» μπροστά του έχανε από τα αποδυτήρια! Τέλος, μεγάλο χτύπημα για τους Britny Fox ήταν η αποχώρηση του ιδρυτικού μέλους “Dizzy” Dean Davidson, o οποίος εγκατέλειψε την μπάντα για να ακολουθήσει προσωπική καριέρα. Μερικά χρόνια αργότερα, ανέφερε ως λόγο της αποχώρησής του το γεγονός ότι δεν του άρεσαν οι συνθέσεις των Britny Fox καθώς ήταν αποτέλεσμα υποδείξεων και ελέγχου της δισκογραφικής εταιρίας και του management, χαρακτηρίζοντάς τις ως «προκατασκευασμένες».
    Μετά την αποχώρηση του Davidson, η μπάντα δεν διέλυσε αλλά προσέλαβε ως νέο τραγουδιστή τον Tommy Paris και μαζί του κυκλοφόρησαν το τρίτο άλμπουμ τους Bite Down Hard (1991).

To συγκεκριμένο άλμπουμ δεν το είχα ακούσει ποτέ και αποφάσισα να του ρίξω 2-3 ακροάσεις πριν γράψω το άρθρο για να έχω μια άποψη. Δεν είχα ιδιαίτερες προσδοκίες, αλλά κατέληξα να το ακούσω γύρω στις 15 φορές! Εδώ πλέον μιλάμε για άλλο συγκρότημα, με μηδενικές αναφορές στους Cinderella και διαφορετικό ήχο: Καθαρό δυναμικό hard rock, με αλήτικο, αύθαδες στυλ και πολύ καλά φωνητικά από τον Paris, στον οποίο το άλμπουμ οφείλει πολλά αφού η πλειοψηφία των συνθέσεων είναι δικές του. Μια καλή κυκλοφορία στην οποία αν δώσεις την ευκαιρία και ξεπεράσεις την διαφορά το του στυλ, μετά από 2 ακροάσεις σε κερδίζει άνετα.
Η ιδανική του διάρκεια (41+ λεπτά) το κάνει να κυλάει ευχάριστα, ενώ από τις συνθέσεις του ξεχωρίζουν το εναρκτήριο “Six Guns Loaded”, με τη συμμετοχή του Zakk Wylde (κιθαρίστας του Ozzy τότε) στο σόλο, το “Louder” για το οποίο κυκλοφόρησε και βίντεο, τα “Closer to your heart”, “Black and White”, “Look my way” και η διασκευή “Midnight Moses” (της 70’ς rock μπάντας από την Γλασκώβη, “The Sensational Alex Harvey Band”), όπου ντραμς παίζει ο Rikki Rockett των Poison. Το συγκεκριμένο άλμπουμ δεν έκανε ιδιαίτερη επιτυχία, κυρίως λόγω εποχής, αφού κυκλοφόρησε την περίοδο ανόδου του grunge/alternative και όπως ήταν αναμενόμενο, μετά την κυκλοφορία του, το συγκρότημα διαλύθηκε κάποια στιγμή μέσα στο 1992. Παρόλο που η συγκεκριμένη κυκλοφορία δεν έτυχε ιδιαίτερης ανταπόκρισης, αξίζει προσοχής,

και σίγουρα θα ικανοποιήσει τους μερακλήδες της σκηνής του μελωδικού hard rock/glam/hair metal.
    Το Bite Down Hard δεν ήταν όμως το οριστικό τέλος της μπάντας, αφού το 2000 οι Britny Fox επανασυνδέθηκαν με την τελευταία τους σύνθεση (Paris/Smith/Childs/Dee) και κυκλοφόρησαν το τέταρτο και τελευταίο έως τώρα άλμπουμ τους, το Springhead Motorshark. Αν το Bite Down Hard απείχε αρκετά από τις δυο πρώτες κλασικές κυκλοφορίες τους, το Springhead Motorshark απέχει πολύ περισσότερο, ακόμα και από το τρίτο άλμπουμ. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα grunge/alternative δίσκο, γεγονός που κάνει εντύπωση καθώς το συγκεκριμένο είδος είχε πια πεθάνει το 2000 και δεν μπορώ να καταλάβω με ποια λογική το κυκλοφόρησαν τόσο «μεταχρονολογημένα». Τη συγκεκριμένη δουλειά – της οποίας την κυκλοφορία αγνοούσα πριν αποφασίσω να γράψω το άρθρο – την άκουσα 5-6 φορές και μπορώ να πω πως είναι αρκετά καλή για το είδος της αλλά αδιάφορη ως προς τον σκοπό της κυκλοφορίας της. Τα κομμάτια κινούνται στο μεσαίας ταχύτητας grunge ύφος, ενώ σε αρκετά σημεία υπάρχουν διάσπαρτα πολύ ωραία 70’ς στοιχεία και ωραίες μελωδίες από πλήκτρα και πιάνο. Για να δώσω έναν οδηγό κομματιών σε όσους θέλουν να τσεκάρουν το άλμπουμ, ξεχωρίζουν το “Freaktown”, ένα κλασικό αργόσυρτο grunge κομμάτι με ωραίο ανατολίτικο σόλο, το Sabbathικό “T.L.U.C. (For you)”, τα 70’s “L.A.” , “Is it Real” και “Lonely Ones” με τις ωραίες μελωδίες πλήκτρων που προανέφερα και το ομώνυμο instrumental με τον funk/jazz ρυθμό του.

ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΜΕΤΑ
    Μετά την κυκλοφορία του Springhead Motorshark, οι Britny Fox δεν έκαναν κάτι αξιόλογο. Αντιθέτως, ακολούθησε το, γνωστό από παρόμοιες περιπτώσεις, γαϊτανάκι διαλύσεων και επανασυνδέσεων. Κάποια στιγμή, το 2010, εμφανίστηκε και ο αρχικός τους τραγουδιστής Dean Davidson που προσπάθησε να ξαναφτιάξει την αυθεντική σύνθεση της μπάντας αλλά το εγχείρημα δεν προχώρησε, ενώ η τελευταία προσπάθεια έγινε το 2015 από τον μπασίστα Billy Childs, που μαζί με τους Paris, Dee και τον κιθαρίστα Chris Sanders, δήλωσε ότι ετοιμάζουν νέο άλμπουμ. Το 2017, ο Childs δήλωσε σε μια συνέντευξη ότι τα σχέδια για νέο άλμπουμ εγκαταλείφθηκαν και έκτοτε δεν υπάρχουν νεότερα για την μπάντα.
    Συνοψίζοντας και σε απάντηση του ερωτήματος που έθεσα στην πρώτη παράγραφο του άρθρου, μπορούμε να πούμε ότι οι Britny Fox αξίζουν την προσοχή μας, κυρίως των ακροατών που δεν ασχολούνται μόνο με τα μεγάλα και γνωστά ονόματα του είδους αλλά αρέσκονται στο να ψάχνουν και ανακαλύπτουν άλμπουμ και από μπάντες της «Β Εθνικής», μιας κατηγορίας που έχει δώσει αρκετά αξιόλογες κυκλοφορίες. Στην κατηγορία αυτών των αξιόλογων κυκλοφοριών «Β διαλογής» ανήκουν και τα Britny Fox και Boys in Heat, δυο πολύ καλά άλμπουμ που έδωσαν στο συγκρότημα την ευκαιρία να γράψει την δική του μικρή ιστορία στις σελίδες του βιβλίου του μελωδικού hard rock/glam metal, χωρίς όμως να καταφέρει ποτέ να διώξει από πάνω του τη «ρετσινιά» της «κόπιας των Cinderella” ή πιο καλοπροαίρετα, τον χαρακτηρισμό «Cinderella του φτωχού».



ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΕΡΒΟΣ

22/9/21

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment