MAGNUM - VIGILANTE (1986): ΜΕΤΑΞΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ


Πώς είναι άραγε να είσαι ο Peter Pan; Πώς είναι να μην γερνάς ποτέ αλλά και να μην υπήρξες ποτέ νέος; Πώς είναι να ζεις στην λεπτή διαχωριστική γραμμή του παραμυθιού και της πραγματικότητας; Πώς είναι να έχεις μία θεϊκή φωνή που να είναι ικανή να αψηφά τον χώρο και τον χρόνο; Πώς είναι να είσαι ο Bob Catley, η «λαλιά» των Magnum και ο άνθρωπος που δεν έχει γράψει ούτε κόμμα από τα τραγούδια που έχει τραγουδίσει; Όποιες και αν είναι οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, το να είσαι ο μπροστάρης σε ένα συγκρότημα σαν τους Magnum στην κορυφή του παιχνιδιού τους και το 1986 να κυκλοφορείς μια δισκάρα σαν το Vigilante, σε γεμίζει με ένα μοναδικό συναίσθημα και σου δίνει μια μεγάλη ευκαιρία να γνωρίσεις σε όσο το δυνατόν περισσότερους την Χώρα Του Ποτέ.
Με το άλμπουμ On A Storyteller’s Night καθορίστηκε ο προορισμός. Με το Vigilante ξεκίνησε το ταξίδι. Η χώρα της Ελευθερίας καλούσε στις αγκάλες της τα Βρετανικά «ξωτικά» τα οποία είχαν δείξει πως μπορούσαν να συνθέσουν τραγούδια (ο Tony Clarkin δηλαδή) που θα ήταν «down to earth», γεμάτα λυρισμό και μελωδίες δύο έννοιες πάνω στις οποίες είχε τσιμεντωθεί το Αμερικανικό A. O. R. Η αποδοχή του Αμερικανικού ονείρου απαιτούσε την μερική θυσία της heavy ταυτότητας και την υιοθέτηση μιας pop μουσικής συμπεριφοράς με πολλά πλήκτρα, κρυστάλλινη παραγωγή, καλοδουλεμένες συνθέσεις και τραγούδια που δεν θα ξεκολλούσαν από το μυαλό. Όλα τα παραπάνω στοιχεία βρίσκονται στο Vigilante, ένας δίσκος που στα 43:36 λεπτά διάρκειάς του συνοψίζει την μελωδική «επιστήμη».  Ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις και αυτό ήταν κάτι που οι Magnum το γνώριζαν καλά αναλογιζόμενοι την προηγούμενη δουλειά τους. Εκτός λοιπόν των Bod Catley (φωνή) και Tony Clarkin (κιθάρες) σταθεροί στις θέσεις τους παρέμειναν και οι Wally Lowe (μπάσο), Mark Stanway (πλήκτρα) και Mickey Barker (τύμπανα). Το σπουδαίο της υπόθεσης όμως βρίσκεται στην παραγωγή του δίσκου στην οποία συναντάμε ένα μεγάλο όνομα μαζί με τον έτερο παραγωγό David Richards. Φυσικά αναφερόμαστε στον φημισμένο Roger Taylor που εκτός από το άρωμα της επιτυχίας με τους Queen, υπόσχεται μία βελούδινη παραγωγή ικανή να κάνει τον δίσκο προσβάσιμο σε περισσότερα σαλόνια από αυτά των «ροκάδων». Για να μιλήσουμε και με αριθμούς, το νούμερο 24 στην Μεγάλη Βρετανία και το νούμερο 11 στα Heavy Metal Charts φανερώνουν πως το άλμπουμ είχε μία αξιοπρεπή πορεία.
Είναι μεγάλο προσόν μέσα σε λίγες μόνο λέξεις να μπορείς να περιγράψεις μία τόσο μεγάλη έννοια όπως αυτή της αγάπης.
“For love we burn, we never learn”.
Το άκρως μελωδικό Lonely night που ανοίγει τον δίσκο εμπεριέχει τον παραπάνω στίχο και αποτελεί το πρώτο από τα τρία singles του άλμπουμ.


Μία φοβερή μπαλάντα για συνέχεια, "Need a lot of love". Αριστουργηματικό τραγούδι με ακόμα μία φορά υψηλό ερμηνευτικό επίπεδο καθώς επίσης και συνθετικό. Πόσο μεγάλη άραγε είναι η κλάση του Tony Clarkin που μπορεί να γράφει στίχους όπως :
“Someone build a wall in Berlin,
Not to keep them out but to keep them in”; (!)
Το τραγούδι θα σβήσει σιγά σιγά μέσα από τα πλήκτρα του Mark Stanway που θυμίζουν την εισαγωγή ενός έπους, του Hide in the rainbow των Dio!
Με τσαμπουκαλεμένο ύφος θα μπει το "Sometime love". Δεύτερα φωνητικά από τον sir Roger Taylor, ρεφρέν για σεμινάριο, ένταση στο τέρμα και καλώς ήρθατε στην μαγεία του μελωδικού ροκ.
Δεύτερο single από το “Vigilante” ήταν το Midnight (You won’t be sleeping). Τραγούδι που ξεκινάει χαλαρά για να κλιμακωθεί σταδιακά σε ένα ξεσηκωτικό μεγαλείο με ένα sax solo από τον Daniel Bourquin που σου παίρνει το μυαλό. Εξάλλου το A. O. R. και το σαξόφωνο δένουν απόλυτα μαζί!




Δυναμικό και το "Red on the highway" γεμάτο εικόνες καταστροφής και χάους με keyboard solo αυτή τη φορά βγαλμένο από τα αυλάκια δίσκων των Rainbow.
Αν τα πλήκτρα ήταν λίγο πιο «διακριτικά» και αν οι κιθάρες ήταν λίγο πιο «μπροστά» θα μπορούσαμε να δούμε το "Holy rider" σαν ένα επιπλέον τραγούδι των Saxon της «Innocense - Destiny» περιόδου. Ευτυχώς όμως το βρίσκουμε στο ρεπερτόριο των Magnum του 1986 και απολαμβάνουμε ακόμα ένα καταπληκτικό τραγούδι.
Τελευταίο single για το άλμπουμ ήταν το αργό και μελαγχολικό "When the world comes down". Μέσα από ένα χορωδιακό ρεφρέν μπορούμε και πάλι να γευτούμε το μοναδικό φωνητικό δέσιμο του Bob Catley και του Roger Taylor.
Η ώρα του "Vigilante" έφτασε! Κρυμμένος πάντα μέσα στις σκιές περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να επιβάλει την νέα τάξη πραγμάτων σε ένα κόσμο που είναι βυθισμένος στο σκοτάδι. Από τα καλύτερα τραγούδια που συνέθεσαν ποτέ οι Βρετανοί!
Το "Back street kid" που τερματίζει την ακρόαση του δίσκου είναι ένα βιωματικό τραγούδι που σχετίζεται με την αγάπη για την μουσική και με το αέναο κυνήγι των ονείρων.
Συνοψίζοντας, το Vigilante είναι ένας άρτιος δίσκος με κορυφαία τραγούδια από το «πάνω ράφι» του Tony Clarkin και με ένα εξώφυλλο που περισσότερο θυμίζει «Το μικρό μου πόνι» πάρα οτιδήποτε πιο κοντά στην Tolkien μυθολογία αλλά το παραβλέπουμε αφού η μουσική είναι αυτή που μετράει και η συγκεκριμένη είναι επικών διαστάσεων! 

ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

9/12/20

 

Share on Google Plus

About Αλέξανδρος Ριχάρδος

    Blogger Comment
  1. τοτε το εξωφυλο μου φανηκε ατυχης επιλογη , σημερα με την παιδικη μοδα των unicorn θα εκανε παταγο στις μικρες ηλικιες ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή